ΠΩΣ ΓΝΩΡΙΣΑ ΤΗΝ ΚΑΛΛΙΠΕΥΚΗ Γράφει η Χάιδω Μπατσαρά – Τζήκα

Σκέψεις για το πως γνώρισα την Καλλιπεύκη,
με αφορμή το βιβλίο «Η Καλλιπεύκη στους αιώνες»

Την ύπαρξη του χωριού αγνοούσα μέχρι το 1990. Τότε γνώρισα τον συνάδελφο, δάσκαλο, Παναγιώτη Παπαϊωάννου, ο οποίος μου την ανέφερε για πρώτη φορά.
Πέντε χρόνια αργότερα είδα τη συλλογή φωτογραφιών του επίσης συναδέλφου, Ζήση Κατσιούλα. Ένιωσα σαν να φωτογράφιζαν το δικό μου χωριό, το Πολυδένδρι του Νομού Ημαθίας, ένα ορεινό χωριό των Πιερίων.
Η ζωή μας τα ήθη και τα έθιμα, οι ρίζες μας, ήταν κοινές.
Να τι είχα σημειώσει τότε:
«Δεν μπορούσα να φανταστώ, πως η συλλογή φωτογραφιών από τη ζωή και τη φύση της Καλλιπεύκης, ταυτίζονταν τόσο πολύ με το χωριό μου, πως ο πλούτος των θεμάτων που διαπραγματεύονταν θα δημιουργούσαν χείμαρρο αναμνήσεων και συναισθημάτων και θα γέμιζαν το μυαλό μου και την ψυχή μου.
Ξεφυλλίζοντας τα άλμπουμ, ξανάγινα το μικρό παιδί και θυμήθηκα όλα τα παλιά, όλα τα ξεχασμένα και υπέροχα.
Θυμήθηκα το θέρο, τα στάχυα, που μαζεύαμε πίσω από τους θεριστάδες. Και τα «δεματ’κά» που φκιάναμε. Και τις «χεριές» που κουβαλόυσαμε να δεθούν τα δεμάτια. Και το νερό που κουβαλούσαμε, απ’ τις κοντινές βρύσες. Και την περδίκα με τα «περικούλια’, που προσπαθούσε να κρυφτεί και να γλιτώσει, να προστατέψει τα μικρά της μες στα στάχυα καθώς έχανε τη φωλιά της. Και τη βόλτα πάνω στη «δουκάν(η), στο αλώνισμα. Και τις νύχτες στο αλώνι ανάμεσα στις θημωνιές περιμένοντας τη μηχανή, που θα ‘ρχόταν να αλωνίσει. Και το τρελό τραγούδι του γρύλου. Και τ’ αστέρια, που θαρρούσες πως θα τα’ άγγιζες, αν άπλωνες λίγο το χέρι σου στον ουρανό. Και το γαλαξία, «τ’άχερα που έριχνι η παππούς στον ουρανό μι του τσιουβάλ(ι), για να μη χάσ(ει) του δρόμου», όπως έλεγε ο πατέρας μου. Και τη ζεστή κουλούρα απ’ το πρώτο αλεύρι της νέας σοδειάς, που βρέχαμε στη βρύση, για να ‘ναι πολύ «να τρέχ(ει) σαν το νιρό, του στιάρ(ι), του γένν’μα». Και την ευωδιά απ’ το ψωμί που ψήνονταν στους φούρνους. Και τις πίτες που μοσχοβολούσαν καθώς ψήνονταν στις γάστρες κάθε Σάββατο.
Και τα κορίτσια που τραγουδούσαν καθώς δούλευαν στα χωράφια και στον αργαλειό, τους καημούς της αγάπης. Και δεν μπορούσα να καταλάβω τότε πως είναι δυνατόν να πονάει η αγάπη και ο πόνος να γίνεται τραγούδι.
Και τα πανηγύρια και τους χορούς στην «πλατέα». Και την κούνια στον Αι Νικόλα. Και το ζύγισμα τ’ Αι Γιωργιού.
Και τον παπά με το «μπακρατσί», το σταυρό και το βασιλικό, που ‘ρχονταν κάθε πρωτομηνιά να μας «αγιάσει» και τις δεκάρες που ρίχναμε. Και τα «κόλλιντα» και τα «σούρβα» και τα «κέδρα» και το «χάσκα» και τις περδίκες’ και τον «κλήδονα’.
Και την «αρκούδα» και το «λύκο» και τη «μαϊμού». Και την πιπεριά και τα παιγνίδια. Και τα αγριολούλουδα που ευωδίαζαν την άνοιξη και τα μαζεύαμε για το στεφάνι της 25ης του Μαρτιού και της Πρωτομαγιάς και τον Επιτάφιο».
Και έγιναν «κολυμβήθρα του Σιλωάμ» στην πεζή, πια, ζωή μου και λυπήθηκα τα παιδιά μου, που δεν ζουν αυτά που έζησα κι εγώ και δεν θα έχουν να θυμούνται τίποτα απ’ αυτά, που θυμούμαι εγώ σήμερα.
Κι ένιωσα την ανάγκη να τα μοιραστώ με τους ανθρώπους που τα έζησαν και να τα δείξω -έστω και σε φωτογραφίες- στους νεώτερους, για να τα γνωρίσουν κι αυτοί. Κι έτσι προχωρήσαμε στην διοργάνωση της έκθεσης στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών στη Βέροια.
Αυτά έγραφα τότε… και σήμερα ξαναδιαβάζοντας τα, γνωρίζοντας την παράδοση της Καλλιπεύκης μέσα από το βιβλίο «Η Καλλιπεύκη στους αιώνες» βλέπω ξανά την ομοιότητα με το δικό μου χωριό και την ταύτιση των βιωμάτων της παιδικής μου ηλικίας με τα βιώματα των Καλλιπευκιωτών. Τα θερμά μου συγχαρητήρια για την έκδοση και κυρίως για το περιεχόμενο.

Αργότερα, ίσως μου δοθεί η δυνατότητα να αναφέρω κάποια ήθη και έθιμα, τραγούδια ή άλλα λαογραφικά στοιχεία του χωριού μου, που αποδεικνύουν ατράνταχτα την κοινή καταγωγή της ελληνικής ψυχής. Της ψυχής που εκφράζεται με τον ίδιο τρόπο αν και δεν είναι δυνατή η επικοινωνία τους. Ήταν αδύνατη η επικοινωνία των χωριών μας, εκείνη την περίοδο μια και το ένα βρίσκεται στον Κάτω Όλυμπο προς τη Λάρισα και το άλλο στις πλαγιές των Πιερίων προς τη Βέροια.
Χάιδω Ν. Μπατσαρά – Τζήκα

Η φίλη μας, η Χάιδω, είναι σήμερα συνταξιούχος δασκάλα. Στην περίοδο που αναφέρονται η σκέψεις τις ήταν υπεύθυνη περιβαλλοντικής εκπαίδευσης στη Διεύθυνση Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Ημαθίας και με δική της πρωτοβουλία έγινε η έκθεση φωτογραφίας στη Βέροια του φίλου μας, Ζήση Κατσιούλα.

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ