Monthly Archives: Νοέμβριος 2015
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ
ΑΡΡΑΒΩΝΕΣ
Ο Μαλιαχώβας Απόστολος του Άλκη, με την Σιλβάνι Κοραντί από την Αλβανία.
Η Ρημαγμού Ρήγα Βούλα του Αστεριού και της Μαρίας, με το Φίλιππο Φιλίππου από την Ολυμπιάδα Ελασσόνας.
ΓΑΜΟΙ
Η Παπαδημητρίου Μαρία του Κων/νου και της Δήμητρας με τον Κοντογιάννη Ιωάννη από τη Ραψάνη.
Ο Κώστας Καραλιάκος του Ιωάννη και της Αγορίτσας Καραμπατή, με τη Φώλια Αγαθή από τη Λάρισα.
Ο Νίκος Μιχαντάς του Αναστασίου (Καλύβες Κρήτης) με τη Ζουμαρακη Αγγελική από την Κρήτη.
Ο Κώστας Καραπατής – Γκουγκουλιάς του Ζήση, με την Γεωργία Πρίγκα.
Ο Σαλαμπάσης Χρήστος του Δημητρίου με τη Χρύσα Κουτσιαρή του Αναστασίου (Λάρισα).
Ο Ανδρέας Μαντάς του Δημητρίου και της Μαρίας Οικονόμου με την Ειρήνη Γύρου από την Αθήνα.
Ο Γεώργιος Γεροκώστας του Δημητρίου και της Πόπης Οικονόμου του Ιωάννη, με την Κων/να Τριαντάφυλλου από τα Φάρσαλα.
Η Βάσω Χατζή του Νικολάου και της Γιάννας (Νίκαια)
ΓΕΝΝΗΣΕΙΣ
Η Δεληγιάννη Παναγιώτα, σύζυγος του Γεωργίου Παπαϊωάννου, γέννησε το δεύτερο παιδί, αγόρι (Γόννοι).
Η Χριστίνα Παπαϊωάννου, σύζυγος Τοιτι33 Ργηποο-ννδκί, γέννησε το δεύτερο παιδί, αγόρι.
Η Βίδρα Μαρία σύζυγος Ιωάννη Καραμπίνα γέννησε το πρώτο παιδί, αγόρι.
Η Δήμητρα Καραμήτρου σύζυγος Κων/νου Μιχαντά, γέννησε το δεύτερο παιδί, κορίτσι.
ΘΑΝΑΤΟΙ
Ιωάννης Οικονόμου του Τριαντάφυλλου, ετών 86.
Η Μαρία Καλούση, σύζυγος Αστεριού ετών 79.
Ο Αστέριος Παπαδημητρίου (Παπακώστας) του Ιωάννη και της Δέσπως, ετών 80 (Τορόντο Καναδά).
Η Αρχόντω Παπαδόντα ετών 53.
Ο Νικόλαος Μασούρας (Γιαννακός) ετών 79.
Η Γκούθα Μαρία το γένος Καστόρη ετών 84.
ΑΠΟ ΔΙΜΗΝΟ ΣΕ ΔΙΜΗΝΟ
Σχολιάζει ο Παναγιώτης Παπαϊωάννου
Τηλ.: 2331020867 – 6972446533
Της Άρτας το γεφύρι (1) – Δρόμοι
«Ολημερίς το χτίζανε το βράδυ γκρεμιζόταν»… Θυμάστε, φίλες και φίλοι το δημοτικό αυτό τραγούδι (παραλογή), που για να στεριώσει το γεφύρι έπρεπε να θυσιαστεί του πρωτομάστορα η γυναίκα;… Όχι, πατριώτισσες και πατριώτες εμείς δεν έχουμε γεφύρι και δυστυχώς τον τελευταίο καιρό (από τα Χριστούγεννα του 2009, που έγιναν οι κατολισθήσεις στα Τέμπη) δεν έχουμε και δρόμους ή μάλλον έχουμε. Ναι! Δρόμους έχουμε, ασφαλείς δρόμους δεν έχουμε. Ολημερίς ή καλύτερα ολοχρονίς τους επισκευάζουν και στις βροχές μια από τα ίδια. «Μια τρύπα εδώ μια τρύπα εκεί μια τρύπα παραπέρα, έκαναν το κορμάκι μου σαν τρύπια ταμπακιέρα», έτσι λέει ένα άλλο τραγούδι, έτσι κατάντησαν κι οι δρόμοι μας! Όλοι οι δρόμοι! Γόννοι – Καλλιπεύκη, Καλλιπεύκη – Καρυά και Καλλιπεύκη – Πλαταμώνας! Μπάλωμα εδώ, μπάλωμα εκεί λακκούβες παραπέρα! Και τι λακκούβες! Με βάθος, με πλάτος, με… το στρέμμα! Και δεν μιλάμε για τους αγροτικούς, αυτοί είναι μια άλλη θλιβερή ιστορία, «ανάλογη» της εποχής μας, ανάλογη του 21ου αιώνα!
Θυμάμαι τα λόγια του Νομάρχη, του κ. Κατσαρού, τις μέρες που γίνονταν η διαβούλευση για τη «Λίμνη» της Καλλιπεύκης (το άλλο γεφύρι της Άρτας): «Μην περιμένετε δρόμους φαρδιούς αλλά δρόμους ασφαλείς»… Ίσως τα θυμάστε κι εσείς, όσοι ήσαστε τότε στο καφενείο του Χρήστου Οικονόμου, ο ίδιος πάντως, εκ του αποτελέσματος, φαίνεται πως δεν τα θυμάται κι αν τα θυμηθεί δεν προλαβαίνει μέχρι τη λήξη της θητείας του να τα κάνει πράξη… Από τη νέα χρονιά θα έχουμε άλλους αρμόδιους, οι οποίοι θέλουμε να πιστεύουμε, θα είναι τύποις και ουσία αρμόδιοι και κύρια αποτελεσματικοί (Περιφερειάρχης, Δήμαρχος Διευρυμένου Δήμου Τεμπών). Τους το ευχόμαστε, κι ελπίζουμε οι ευχές μας να προσθέσουν στους σχεδιασμούς τους και στην αποτελεσματικότητά τους. Τους το ευχόμαστε και ταυτόχρονα το απαιτούμε… Δυστυχώς, φίλες και φίλοι εκεί καταντήσαμε: Να ζητούμε τα αυτονόητα κι ακόμα χειρότερα να ζητιανεύουμε για τα αυτονόητα! Οι μετακινήσεις μας (για όποιο λόγο κι αν γίνονται αυτές – δουλειά, αναψυχή, διασκέδαση), πρέπει να είναι ασφαλείς και είναι υποχρέωση της (όποιας) πολιτείας (όχι μόνο της ευρωπαϊκής) να φροντίζει γι αυτό. Ναι να φροντίζει και να φροντίζει έγκαιρα! Δυστυχώς ή ευτυχώς (δεν είναι του παρόντος) οι μετακινήσεις σήμερα δεν έχουν καμιά σχέση μ’ αυτές που γίνονταν πριν λίγα χρόνια. Ο κυκλοφοριακός φόρτος δεν αυξήθηκε μόνο στην εθνική (;) οδό αλλά παντού! Κι οι αποστάσεις σήμερα έχουν «μικρύνει» πολύ, πάρα πολύ! Παλιότερα χρειαζόταν πέντε ώρες για να πάει κάποιος στους Γόννους, εννιά για να πάει στη Λάρισα και σήμερα χρειάζεται τριάντα λεπτά και μια ώρα αντίστοιχα, παλιότερα χρειάζονταν ένας μήνας για να πάει κάποιος στην Αυστραλία και σήμερα χρειάζεται δέκα εφτά ώρες. Και φυσικά για να ισχύουν οι χρόνοι αυτοί πρέπει και οι δρόμοι να είναι ανάλογοι, να παρέχουν την ασφάλεια που πρέπει να παρέχουν σαν επαρχιακοί δρόμοι! Και μην πείτε πως οι δρόμοι Καλλιπεύκης – Πλαταμώνα και Καλλιπεύκης – Καρυάς δεν είναι επαρχιακοί αλλά δασικοί, ανεξάρτητα αν είναι έτσι χαρακτηρισμένοι. Η ιδιότητα ενός δρόμου, δεν εξαρτάται από το «όνομά» του αλλά από το φόρτο που δέχεται κι ακόμα χειρότερα… αν δεν τους θεωρούσαν οι «αρμόδιοι» επαρχιακούς δεν θα περνούσαν νταλίκες, φορτηγά, λεωφορεία ή αλλιώς κάποιοι θα είχαν τιμωρηθεί!
Η ευθύνη για την καταστροφή τους δεν είναι δική μας, δεν είναι των Καλλιπευκιωτών ούτε των φίλων της Καλλιπεύκης, είναι της πολιτείας και πρέπει άμεσα να την αναλάβει, πρέπει άμεσα να ξεκινήσουν επισκευές και μάλιστα ουσίας κι όχι επισκευές για τα μάτια (ένα φορτηγό άσφαλτος, δυο εργάτες κι ένα φτυάρι)… Άμεσα και σωστά πριν είναι αργά και πριν ακολουθήσουμε το παραπάνω αναφερόμενο δημοτικό τραγούδι και «στοιχειώσουμε» άνθρωπο! Δεν υπάρχει λόγος και δεν υπάρχει επίσης λόγος η αγανάκτηση μας να γίνει οργή…
Της Άρτας το γεφύρι (2)- Λίμνη της Καλλιπεύκης
«Ολημερίς το χτίζανε το βράδυ γκρεμιζόταν»… Θυμάστε, φίλες και φίλοι το δημοτικό αυτό τραγούδι (παραλογή), που για να στεριώσει το γεφύρι έπρεπε να θυσιαστεί του πρωτομάστορα η γυναίκα;… Όχι, πατριώτισσες και πατριώτες εμείς δεν έχουμε γεφύρι και δυστυχώς δεν θα έχουμε απ’ ότι φαίνεται και λίμνη. Λίμνη είχαν οι προ-παππούδες μας, οι γονείς μας, εμείς και τα παιδιά μας δεν έχουμε. Τα εγγόνια μας; Ίσως στον καιρό τους να ζούμε και να μάθουμε!
Εμείς έχουμε (είχαμε) λόγια, λόγια πολλά, παχιά και μεγάλα! Υποσχέσεις!!! Έχουμε (είχαμε) και καυγάδες (!), πως θα γίνει, γιατί θα γίνει, ποιες θα είναι οι αποζημιώσεις (να είναι αυτές, να είναι εκείνες). Εμείς είχαμε δημόσια «διαβούλευση»! Θυμάστε τον όρο; Καταλάβατε τι σημαίνει; Παίρνει η «εξουσία» μια απόφαση (πρόταση την ονομάζει) και την θέτει σε δημόσια διαβούλευση (υποτίθεται συζήτηση), κάνει μια ανοιχτή παρουσίαση, γίνονται διάφορες τοποθετήσεις, εκφράζονται προβληματισμοί, δίνονται ενδεχομένως και απαντήσεις (;) και συμπεραίνει – καταλήγει (η εξουσία) πως η αρχική της πρόταση – απόφαση έγινε αποδεκτή!
Και πράγματι έτσι έγινε. Η πρόταση απόφαση της Νομαρχίας (Νομάρχης – Λ. Κατσαρός ) με την υποστήριξη του Δήμου Γόννων (Δήμαρχος – Α. Τόλιος) έγινε αποδεκτή από όλους μας παρ’ όλες τις ενστάσεις μας αλλά και κάποιες διαφωνίες μας!!! Άλλοθί τους, η καθ’ όλα αξιόλογη και αξιοσέβαστη κ. Νίκη Γουλανδρή και η μελέτη του ΕΚΕΒΥ (πιθανότατα και οι δυο πίστεψαν στις πολιτικές – κομματικές υποσχέσεις όσο κι εμείς).
Πέρασε ο καιρός, δαπανήθηκαν κάποια χρήματα (πόσα;) για μελέτες (ποιες;) και «μην τον είδατε, μην τον απαντήσατε»! Λίμνη ακούγαμε και λίμνη δεν βλέπουμε. Εδώ η λίμνη, εκεί η λίμνη! Πού είναι η λίμνη; Πατριώτισσες και πατριώτες, μη βιάζεστε, τα μεγάλα έργα θέλουν χρόνο, θέλουν επίσης και χρήμα… Και για να έχετε μια άποψη μεγέθους του έργου «επανασύσταση της λίμνης της Καλλιπεύκης», προϋπολογίστηκε από τη Νομαρχία Λάρισας στα 10 εκατομμύρια ευρώ! Πολλά λεφτά! Τόσο πολλά που μόλις και μετά βίας φτάνουν για δυο χιλιόμετρα εθνικής οδού… Τόσος ήταν ο προϋπολογισμός στης, μόλις δυο χιλιόμετρα δρόμος (το παράδειγμα πατριώτισσες και πατριώτες απλά και μόνο για έχετε ένα μέτρο σύγκρισης – τα 10 εκατομμύρια δεν είναι ούτε πολλά ούτε λίγα, είναι 10 εκατομμύρια, και σίγουρα υπάρχουν μελετητές που μπορούν να ορίσουν επ’ ακριβώς το μέγεθος του έργου).
Πέρασε ο καιρός, ήρθε η κρίση (λες και δεν ήξεραν) και μας έμεινε! Θα ζήσουμε λοιπόν μαζί της (για δυο χρόνια μας λένε) και θα περιμένουμε… μέχρι να περάσει ο καιρός να περάσει και η κρίση… κι εν τω μεταξύ ας φροντίσουμε να έχουμε καμιά βάρκα… μην και μας «έρθει» η λίμνη ξαφνικά και μας βρει απροετοίμαστους…
Κι επειδή δεν ξέρουμε πότε θα γίνει αυτό (το πραγματικά μεγάλο έργο για την περιοχή μας) μήπως πρέπει να φροντίσουμε αυτό που έχουμε; Να φροντίσουμε τα 5000 στρέμματα με τα όσα αυτά μπορούν να μας δώσουν; Και μήπως πρέπει επίσης αξιοποιώντας αυτά τα 5000 στρέμματα (και μέχρι να γίνει η λίμνη) να βελτιωθούν οι υπάρχοντες αγροτικοί δρόμοι; Μήπως οι πατριώτες μας αγρότες πρέπει να μπορούν να κάνουν τη δουλειά τους και να είναι σίγουροι πως θα γυρίσουν στα σπίτια τους, με τα όχι και φτηνά μηχανήματά τους, χωρίς να βρεθούν σε κάποιο χαντάκι; Αν δοκιμάσετε να περάσετε το δρόμο αυτόν που πάει παράλληλα με το δρόμο της Κρανιά τότε θα καταλάβετε Και προς Θεού μην το κάνετε με βροχή ή μετά από βροχή!!!
«Ολημερίς» λοιπόν το σχεδιάζανε κι ακόμα τίποτε! Όμως, εδώ το τραγούδι δεν έχει συνέχεια, δεν χρειάζεται να «στοιχειώσουμε» άνθρωπο για να γίνει. Εκατό χρόνια ζουν οι άνθρωποι στο χωριό μας χωρίς λίμνη (αποξηράνθηκε το 1911), που σημαίνει πως μπορούμε να συνεχίσουμε να ζούμε και χωρίς αυτή. Όχι πως δεν τη θέλουμε. Το αντίθετο! Κείνο που μας ενοχλεί και μας οργίζει δεν είναι το έργο μα… τα πολλά τα «ΘΑ,ΘΑ,ΘΑ», φτάνει πλέον, όχι άλλα. Καλά είναι τα λόγια μα… τα λόγια που γίνονται έργα είναι τα προτιμότερα, τα ουσιαστικότερα κι αυτά που δείχνουν το σεβασμό της (όποιας) πολιτείας τους πολίτες της.
Οι χάρτες είναι από το βιβλίο «ΟΛΥΜΠΟΣ, κείμενα και εικόνες δυο αιώνων», του Σάκη Κουρουζίδη, έκδοση Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Πιερίας 2006
Το σκαρίφημα αυτό είναι από το «Η Καλλιπεύκη στους αιώνες» έκδοση του Μ.Ε.Σ.Α.Κ. «Η ΠΑΤΩΜΕΝΗ» 2000
Τα παραπάνω είναι αναδημοσιεύσεις από την Εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» (2) και από την εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ»
Η Καλλιπεύκη με τον κάμπο της (λίμνη) όπως φαίνεται στους χάρτες το Google
Ο Κάμπος (λίμνη) της Καλλιπεύκης σε πανοραμική φωτογραφία (σύνθεση 6 λήψεων από τη Χριστίνα Παπαϊωάννου)
ΨΥΛΛΟΙ
Ο Ψύλλοι είναι μικρά έντομα χωρίς φτερά και αναπτύσσονται στο τρίχωμα των θηλαστικών και στο φτέρωμα των πτηνών. Τα τσιμπήματα των ψύλλων είναι επικίνδυνα και ενοχλητικά. Το σάλιο που εισάγουν στο τραύμα προκαλεί αντίδραση του δέρματος, η οποία εκδηλώνεται ως οίδημα και έντονο κνησμό που διαρκεί ημέρες. Το σημείο του τσιμπήματος εμφανίζει μια χαρακτηριστική μαύρη κηλίδα που περιβάλλεται από διογκωμένο και κοκκινωπό δέρμα. Προτιμούν την περιοχή της ράχης και της κοιλιάς.
ΠΩΣ ΤΟΝ ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΤΑΙ
Οι ψύλλοι είναι πολύ μικρά πεπλατυσμένα παράσιτα. Είναι ορατά με γυμνό μάτι και συνήθως τα βλέπουμε να τρέχουν πολύ γρήγορα, δεν μπορούν να πετάξουν αλλά πραγματοποιούν άλματα.
ΒΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ
Προκειμένου να αντιμετωπίσουμε το παράσιτο θα πρέπει να γνωρίζουμε το βιολογικό του κύκλο.
Το ενήλικο παράσιτο τρέφεται με αίμα του οργανισμού στο οποίο παρασιτεί. Υπάρχουν ενήλικα που μπορούν να ζήσουν ολόκληρη τη ζωή πάνω σε ένα ζώο. Από τη στιγμή που θα πάρει την τροφή το θηλυκό ενήλικο παράσιτο θα αρχίσει να γεννά μετά από διάστημα 3-4 ημερών. Η ποσότητα των αυγών που γεννά ο ψύλλος είναι πάρα πολύ μεγάλη. Συγκεκριμένα μπορεί να γεννά μέχρι 50 αυγά την ημέρα και μέχρι 2000 αυγά ολόκληρη τη ζωή του.
Το θηλυκό παράσιτο γεννά τα αυγά πάνω στον ξενιστή, συνήθως τη νύχτα κατά τη διάρκεια του ύπνου. Τα αυγά των ψύλλων δεν είναι κολλημένα πάνω στο ζώο, αλλά πέφτουν κάτω και κυρίως στο σημείο όπου κοιμάται ή ξεκουράζεται. Η εκκόλαψη των αυγών πραγματοποιείται σε 2-5 ημέρες.
Μετά το στάδιο της εκκόλαψης προσελκύονται σε σκοτεινά μέρη και τρέφονται με τα απεκκρίματά τους τα οποία περιέχουν ποσότητα αίματος. Ακολουθεί η μετάλλαξη του δευτέρου και του τρίτου σταδίου, η διάρκεια της οποίας είναι 5-11 ημέρες εφόσον υπάρχει αρκετό φαγητό και ιδανικές συνθήκες περιβάλλοντος.
Η διάρκεια του βιολογικού κύκλου του παράσιτου είναι 2-6 εβδομάδες. Παρ’ όλου που οι ψύλλοι αποτελούν πρόβλημα όλο το χρόνο, ο πληθυσμός των ψύλλων τυπικά εξαπλώνεται γύρω στις 5-6 εβδομάδες μετά την άνοδο της θερμοκρασίας. Από τα παραπάνω πρέπει να γίνει κατανοητό το γεγονός το ότι δεν βλέπουμε ψύλλους δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν στο χώρο. Όπως προαναφέραμε τα αυγά βρίσκονται στο χώρο διαμονής των ζώων και συνεχίζουν τον βιολογικό τους κύκλο.
ΠΡΟΛΗΨΗ
Η παρεμπόδιση της εξάπλωσης των ψύλλων μέσω των συνήθων πρακτικών υγιεινής δεν είναι τόσο αδύνατη όπως πιστεύουν πολλοί άνθρωποι.
Ηλεκτρική σκούπα: Οι περισσότεροι ξέρουμε ότι το σκούπισμα με ηλεκτρική σκούπα τακτικά βοηθάει στη απομάκρυνση των ψύλλων.
Λεπτομερής καθαρισμός του σπιτιού κυρίως στις γωνίες, σκοτεινά σημεία, ρωγμές κλπ.
ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ
Όταν αναφερόμαστε στην αντιμετώπιση των ψύλλων είναι σημαντικό να μην έχουμε υπόψη μας μόνο τους ψύλλους που βλέπουμε πάνω στο ζώο μας, αλλά και αυτούς που δεν βλέπουμε και υπάρχουν στο περιβάλλον που ζούμε ή σε άλλα κατοικίδια ζώα που αγνοούμε ότι παρασιτούν.
Έτσι μιλάμε για θεραπεία στα ζώα και την αντιμετώπιση των ψύλλων στο εξωτερικό και εσωτερικό περιβάλλον. Στο εμπόριο κυκλοφορεί μεγάλος αριθμός προϊόντων για συνολική αντιμετώπιση των ψύλλων. Ο ιδιοκτήτης δεν πρέπει να επιλέγει με μόνο κριτήριο το κόστος, θα πρέπει η επιλογή να συμπεριλάβει και άλλα κριτήρια όπως η τοξικότητα, η διάρκεια δράσης, η συχνότητα χορήγησης, η ευκολία χρήσης.
Και πάντοτε αφού συμβουλευτούμε τον κτηνίατρο.
ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΕΣ ΤΗΣ ΚΑΛΛΙΠΕΥΚΙΩΤΙΚΗΣ ΚΟΜΠΑΝΙΑΣ.
ΤΑ ΧΝΕΡΙΑ
Αφηγείται ο Γιάννης Κάγκουρας
Καλλιπεύκη μετά τον πόλεμο. Πολλοί καλλιπευκιώτες δεν επέστρεψαν στο χωριό, οι περισσότεροι όμως επέστρεψαν. Όταν βγήκαν στο χωριό βρήκαν τα σπίτια τους καμμένα, φτώχια με το τβιουβάλι. Οι κύρια ασχολία των καλλιπευκιωτών ήταν η γεωργία και η κτηνοτροφία. Μικρός γεωργικός κλήρος, το πολύ δέκα στρέμματα κατά οικογένεια και αυτός διάσπαρτος σε πολλά μέρη. Η κτηνοτροφία λιγοστή πενήντα ζώα το κοπάδι και δέκα σκυλιά. Σκυλιά να δει το μάτι σου, για να περάσεις από κάπου έπρεπε να δώσεις μάχη. Αν καταλάβαιναν ότι φοβάσαι γυρνούσες σπίτι χωρίς παντελόνι. Το χειμώνα χειρότερα. Δεν μπορούσες να ξεμυτίσεις μπασιούρ’ς και η μπέλα σε περίμεναν στη γωνία. Έτσι ήταν η ζωή στο χωριό. Λίγο σιτάρι, λίγες πατάτες, φασόλια , γάλα τυρί αν υπήρχε, μαλλιά για ρούχα, κρέας κάθε Χριστούγεννα και Πάσχα. Την ίδια εποχή άρχισαν να λειτουργούν και διάφορα επαγγέλματα για τις ανάγκες του χωριού, καφενεία μπακάλικα, μαστόροι, εμπειροτέχνες μαραγκοί, μυλωνάδες, χαλκιάδες, ραπτάδες για κάπες και μαλλιότα, μοδίστρες, σαμαράδες , αλλά και οργανοπαίχτες που διασκέδαζαν τον κόσμο σε γάμους και πανηγύρια.
Όπως θυμάμαι τα χρόνια του 50-60 υπήρχαν πολλοί που έπαιζαν μουσικά όργανα στο χωριό. Οι οργανοπαίχτες αποτελούσαν μια ξεχωριστή κατηγορία συγχωριανών, γιατί η μουσική χρειάζεται ιδιαίτερο ταλέντο και συνεχή ενασχόληση. Πολλοί ασχολήθηκαν αλλά λίγοι συνέχισαν. Πρέπει να πούμε ότι και αυτοί σαν πρώτο επάγγελμα, όπως και όλοι είχαν την γεωργία και την κτηνοτροφία μουσική ήταν το δεύτερο επάγγελμα, συμπληρώνοντας το οικογενειακό εισόδημα.
Οι μουσικοί κάλυπταν την μέρος της τοπικής διασκέδασης δηλαδή αρραβώνες, γάμους, γιορτές, πανηγύρια,, χορούς τα Σαββατοκύριακα φυσικά με το αζημίωτο. Έτσι δημιουργηθήκαν κομπανίες (ορχήστρες).Αυτοί που συνέχισαν ήταν οι αδελφοί Καστόρη και ο μπάρμπα Μήτσιος ο Τσολάκης βιολί με το γιό τον Γιάννη κλαρίνο. Από τους Καστοράδες ο Νίκος έπαιζε κλαρίνο, ο Γιώργος βιολί και ο Αντώνης που ήταν και κουρέας λαούτο. Έτσι δημιουργήθηκε η πρώτη κομπανία. Αργότερα βγήκαν και άλλα φυντάνια. Ο Κώστας ο Σιώκος κλαρίνο, βιολί, ο Γιάννης ο Γκουντουβάς (Μαλιάρας), Μήτσιος ο Γκάρας λαούτο (ο Μήτσιος έπαιζε πολλές φορές το τραγούδι, δεν θέλω προίκα , θέλω σένα βρε Μαρίκα.) Ποιος ξέρει θα αγαπούσε καμιά Μαρίκα), ο Απόστολος Κάγγουρας ακορντεόν, τα παιδιά του Γιώργου του Καστόρη Αριστείδης και Κώστας και ο γνωστός σε όλους μας Παύλος Τσιούγκος βιολί.
Σαν ερασιτέχνες οργανοπαίχτες θυμάμαι τους: Κλεάνθη Μανωλούλη που έπαιζε έγχορδα και τραγουδούσε, τον Μήτσιο τον Σιώκο, τον Μήτσιο τον Τσιλιμένη (Σφράτ), τον Κώστα τον Καραγιάννη που έπαιζε κλαρίνο , τον χωροφύλακα τον Βασίλη Κομνηνό και τον Γιάννη Καλούση του Αλέξη ακορντεόν.
Επίσης να τραγουδάνε στο καφενείο του Αντρέα τον Κλεάνθη του Μανώλη Γκαβούτσικο, τον συγχωρεμένο τον Τάκη του Καλούση. Όταν τραγουδούσε ο Τάκης Καλούσης όλοι στεκόταν να τον ακούσουν. Τραγουδούσε πολύ ωραία είχε σπάνια φωνή σαν τον αδελφό του τον μεγάλο τον μπάρμπα Γιάννη. Όλοι η οικογένεια Καλούση τραγουδούσε ωραία αδέλφια και αδελφές.
Μόνιμος σχεδόν τόπος της κομπανίας ήταν το καφενείο. Τα όργανα ήταν κρεμασμένα στον τοίχο και το πατάρι έτοιμο για παν ενδεχόμενο. Το βραδάκι ήταν όλοι σε ετοιμότητα μπας και τύχει κάτι, συνήθως έπαιζαν μόνοι τους μήπως παρακινηθεί κάποιος και χορέψει. Τα κούρδιζαν και άρχιζαν κάποιο τραγούδι. Ο μπάρμπα Μήτσιος ο Τσολάκης έπαιζε μόνος του με το βιολί κάτι παράξενα τραγούδια που δεν τα καταλάβαινες ήταν έλεγε ευρωπαϊκά. Όταν κάποιος έλειπε από την κομπανία τον αναπλήρωνε κάποιος άλλος.
Σιγά – σιγά οι οργανοπαίχτες ανοίχτηκαν στην γύρω περιοχή. Άρχισαν να πάνε και στα διπλανά χωριά, όχι πολύ μακριά για να μπορούν να φτάνουν αφού πήγαιναν με τα πόδια ή με τα γουμάρια.
Δύσκολο επάγγελμα όπως λέει ένας που έπαιζε λαούτο. Είχες να κάνεις με άγριο κόσμο, μιτζμένοι, χαταλάδες, νταήδες και ξεκλίκια.
Όλο περιπέτεια, όλο χνέρια δεν ήξερες τι θα βρείς, αφού και στο χωριό ακόμα όταν έπαιζες κανένα τσιμπιτό κοιτούσες στην πόρτα να μην μπει ο αστυνόμος. Άμα έμπαινε στο καφενείο με την κλούτσα έλεγε. Άντε σπίτια σας τώρα μην γεμίσουν οι φράχτες όργανα και οργανοπαίχτες φόβος και τρόμος. Να μπεις στο καφενείο έπρεπε να είχες γυρίσει από φαντάρος, χάλια αδιόρθωτα.
Δυο τέτοιες ιστορίες θα πούμε παρακάτω, όπως τις έζησαν τα μέλη της κομπανίας και μας της διηγήθηκε ο λαουτιέρης, οι άλλοι μούσα τσιμουδιά κάνουν πως δεν θυμούνται.
Χνέρι πρώτο.
Πανηγύρι στην Σκοτίνα. Λίγο πριν φέξει όλα πήγαιναν μια χαρά, ήταν τελευταία βραδιά. Η κομπανία μαζεύει τα συμπράγκαλα για να γυρίσει στο χωριό τα όργανα ανά χείρας και περιμένουν το καφετζή να τον χαιρετήσουν. Ξαφνικά ακούγονται φωνές απ’ έξω, ανοίγει η πόρτα μπαίνουν μέσα τρεις μαντραχαλάδες τύφλα στο μεθύσει. Που πάτε λέει ο ένας. Να φύγουμε μόλις τελειώσαμε και πάμε να γυρίσουμε στο χωριό. Να φύγετε φωνάζει ο δεύτερος μας ρώτσατε εμάς;
Άκου θέλουν να φύγουν. Δεν θα πάτε πουθενά, θα κάτσετε εδώ και θα παίξετε για το καλό που σας θέλω. Βρε παιδιά τι πράγματα είναι αυτά, απαντά ο λαουτιέρης, για όνομα του θεού σε λίγο ξημερώνει. Δεν ακούω τίποτα ξαναλέει ο πρώτος. Άστον Μανώλη άμα δεν παίξουν θα πεθά’ν. Αμάν τι κάνουμε τώρα; Ανεβαίνουμε στο πατάρι παίρνουμε τα όργανα φτου απ’ την αρχή. Παίζουμε ένα δύο τρία τραγούδια, αυτοί χόρευαν και να φωνάζουν θα πεθάνει ο χάρος, παίζουμε τέταρτο πέμπτο σταματάμε. Γιατί σταματήσατε λέει ο τρίτος που τον λέγανε Αντώνη; Φτάνει τώρα θέλουμε να φύγουμε έχουμε και κανά διό ώρες δρόμο. Α φεύγετε θέλ’τει παράδες για να παίξτει. Δεν θέλουμε τίποτα να φύγουμε θέλουμε. Θέλ’τει να φύγετε λέει ο δεύτερος τώρα θα σας δείξω εγώ, ποιος είναι ο Μανώλης ο Μαριμέλας και βγάζει ένα μαχαίρι και το βάζει στο στόμα. Εμείς παγώσαμε, να μας έσφαζες αίμα δεν βγάζαμε. Αμάν φωνάζει ο καφετζής θα γίνει κακό, από δω παιδιά και μας ανοίγει την πόρτα που έβγαζε στο μπαχτσέ. Τροχάδην με τα όργανα στα χέρια βγήκαμε έξω. Οι τρεις σκόρπισαν δεξιά αριστερά έμεινα μοναχός. Που να πάω; Τρέχω τον ανήφορο βλέπω μια πόρτα ανοιχτή μπαίνω μέσα κατάλαβα πως ήταν αποχωρητήριο. Κατεβάζω το λαούτο και άχνα. Δεν πρόλαβα να ξελαχανιάσω και ακούω σφυρίγματα, ακούω που συζητούσαν. Τι διάολο άνοιξε η γη και τους κατάπιε; Που θα παν θα τους βρούμε και να δεις τι θα πάθουν. Εσύ θα πας προς τα δω, εσύ κατήφορα και εγώ προς τα παν. Άντε τράβα προς τα παν, άντε τράβα και σε περιμένω εδώ. Κατάλαβα πως κάποιος πλησιάζει και κρατούσα την ανάσα. Ζύγωνε και προς το μέρος μου φοβήθηκα πουλί μην με μαγκώσει εδώ στο χαλέ (τουαλέτα) δεν μπορώ και να φύγω. Άντε ρε κατέβα τον φωνάζει ο άλλος θα περιμένω ώρα! Έρχομαι – έρχομαι να κατουρήσω και κατεβαίνω,
Μπαίνει στην πόρτα σκοτάδι δεν είχε φέξει ακόμα, εγώ στυλωμένος στον τοίχο δεν με βλέπει. Αρχίζει το κατούρημα, που να τελειώσει αφού είχε ντερλικώσει ένα σκασμό μπύρες και έλεγε οχ κι σας βρω, μόνο να σας μαγκώσω πουθενά να δείτε τι θα πάθετε. Άκουγα ένα θόρυβο λες και γέμιζε γκιούμι με νερό. Κατάλαβα πως κατουρούσε μέσα στο λαούτο. Μόλις έφυγε βγήκα και έξω γύρισα το λαούτο ανάποδα να αδειάσει και να στραγγίσει και ξεκίνησα για την πλατεία όπου βρήκα και τους άλλους τρεις και φύγαμε. Δύσκολη βραδιά.
Χνέρι δεύτερο
Πανηγύρι σ’ ένα χωριό της Ελασσόνας. Παραμονή του πανηγυριού καταφθάνει η καλλιπευκιώτικη κομπανία. Τη δουλειά την είχε κλείσει ο κλαριντζής. Μπαίνουν στο καφενείο βρίσκουν τον καφετζή. Άντε μην σας πάρει ο διάολος! Δεν είπαμε ν’ έρθετε νωρίς να σας ακούσει ο κόσμος φωνάζει ο καφετζής. Άντε ανεβείτε να παίξετε και αρχίστε. Ο καφετζής λέει ο λαουτιέρης ήταν μοβόρος, νευρικός ήταν και μπρατσαράς. Είχε ένα μουστάκι σαν φουκάλι. Να σας φκιάσω ένα καφέ λέει η γυναίκα του. Άντε στα τσακίδια και εσύ από δω λέει ο άντρα της. Αργήσαμε αστους να παίξουν και μην τους χασομεράς και κοίτα το αρνί να μην καεί γιατί αλίμονό σου.
Πω πω που μπλέξαμε τι είναι τούτος! Ανέβηκαν στο πατάρι και άρχισαν να κουρδίζουν το όργανα.
Λίγο πριν συντονιστούν ο κόσμος άρχισε να έρχεται στο καφενείο. Ένας από αυτούς ρωτάει το Χρήστο τον καφετζή.
Τι βλέπω καινούργια όργανα φέτος; Δεν πιστεύω να είναι σαν τα περσινά;
Α δεν την ξαναπατάω λέει ο καφετζής.
Φέτος έκλεισα κλαριτζή ανώτερο από το Βάιο το Μαλλιάρα .
Ποιόν έφερες ρωτάει ο χωρικός; Ένα από την Καλλιπεύκη, αλλά παίζει καλύτερα από τον Βάιο το Μαλλιάρα.
Τον έχεις τον έχεις ακούσει ρωτάει ο χωρικός. Όχι.
Ανεβαίνουν οι οργανοπαίχτες στο πατάρι αρχίζουν και παίζουν. Τι να παίξουν! Άλλος χτυπούσε στο ΛΑ άλλος στο ΦΑ ασύγχρονοι εντελώς.
Ένας από το μαγαζί φωνάζει τον καφετζή. Χρήστο μην παραξηγηθείς, φέτος την άνοιξη δεν πρόκειται να κελαηδήσουν, ούτε αηδόνια, ούτε καρδερίνες, παίζουν τόσο γλυκά αυτοί που θα φύγν ούλα τα πλιά (πουλιά) και θα μας λακίσν κι ούλα τα σκλιά.
Πάλι φέτος δεν θα πατήσει κανένας στο μαγαζί απαντάει ο χωρικός και σηκώνεται και φεύγει. Άναψε ο καφετζής το μουστάκι σηκώθηκε όρθιο. Πλησιάζει τον κλαριτζή και τον ρωτάει.
Δεν μου λες ξέρεις να παίζεις; Πως δεν ξέρω!
Εσύ έσκιαξες όλα τα τσιόνια απ’ το χωριό! Τι παίζεις ούλο τούρου- τούρου!
Τώρα θα δεις! Μπαίνει στην ψησταριά και βγαίνει με το δίκαννο. Ρίχνει και μια στο νταβάνι. Για πότε βρεθήκαμε έξω από το χωριό δεν καταλάβαμε. Όλη τη νύχτα τη βγάλαμε στα αλώνια μέσα στις φασουλιές. Δεν προλάβαμε να πάρουμε ούτε τα όργανα;. Πολύ πρωί πλησιάσαμε στο καφενείο σιγά – σιγά και μας είδε η γυναίκα του. Η γυναίκα του ήταν καλή. Ελάτε γρήγορα πάρτε τα πράγματά σας τώρα μόλις πήγε για ύπνο και εξαφανιστείτε μην σας ακούσει και αλίμονό σας και έτσι φύγαμε για το χωριό. Πάλι καλά που πήγε χαμένη μόνο η βραδιά και το δρομολόγιο με τα πόδια, αφού γλιτώσαμε το ξύλο τυχεροί ήμασταν.
Συνέχεια στο επόμενο φύλλο της εφημερίδας
ΚΟΥΣΙΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ – ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ
Από αυτό το φύλλο, πατριώτισσες και πατριώτες, αρχίζουμε τη δημοσίευση των βιωμάτων, των εμπειριών, των αναμνήσεων και των σκέψεων του Αποστόλη Κούσιου, όπως ο ίδιος τις κατέγραψε και αποτελούν τη διαδρομή ενός ανθρώπου από τα εφηβικά του χρόνια μέχρι τα βαθιά γεράματα. Από την Ελλάδα, την Καλλιπεύκη, το αντάρτικο, τη Ρουμανία (όπου έζησε τα περισσότερα χρόνια της ζωής του), την επιστροφή.
Στα γραπτά του δεν κάνουμε καμία παρέμβαση κι αφήνουμε τον ιδιαιτέρα γλαφυρό, αφηγηματικό αλλά και καυστικό του λόγο να μας οδηγήσει στο παρελθόν και να ξυπνήσει ενδεχομένως και δικές μας αναμνήσεις.
Αποστόλη Κούσιο, σ’ ευχαριστούμε θερμά για την τιμή και την εμπιστοσύνη. Ευχόμαστε σε σένα και στην οικογένειά σου, υγεία και ότι καλύτερο.
Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΟ ΕΠΟΜΕΝΟ…
ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΘΩΜΑ ΜΑΣΟΥΡΑ
Με τη συμπλήρωση ενός έτους από το θάνατό του
Ποιος ήταν ο Θωμάς Μασούρας; Ήταν το τρίτο παιδί του Δημητρίου Μασούρα (Γιαννακού) και της Βαγγέλης Γκουγκουλιά.
Αρκετά παιδιά που είμαστε από 49 μέχρι 55 ετών περίπου, φοιτήσαμε στο γυμνάσιο των Γόννων μαζί με το Θωμά στη δεκαετία του ’70. Είναι αλήθεια ότι όλοι μας τη βγάζαμε «σπαρτιάτικα» εκείνα τα χρόνια. Το ίδιο και ο μακαρίτης. Παρόλα αυτά, αυτός ξεχώριζε για το χιούμορ του και για τις πολλές πλάκες που σκάρωνε σε όλους μας. Μας έκανε και γελούσαμε και αποκτήσαμε όλοι μας αδερφικές σχέσεις. Ήταν πολύ φιλότιμος. Και δυο δραχμές να είχε, τις μοίραζε με τους φίλους του.
Αν κάτι θυμόμαστε από εκείνα τα ταλαίπωρα, αλλά αξέχαστα χρόνια, είναι οι αδελφικές φιλίες που σμιλέψαμε μεταξύ μας.
Φιλίες που διατηρούμε ως σήμερα και αυτό μας κάνει ευτυχισμένους. Ήταν κοινωνικό άτομο και θα μας μείνει αξέχαστος από το καρναβάλι του 1980 στο οποίο συμμετείχε.
Ο Θωμάς μετά το γυμνάσιο πέτυχε στη Σχολή Δασοπονίας στο Τ.Ε.Ι. της Λάρισας. Μόλις απολύθηκε από το στρατό, διορίστηκε στη Χίο. Εκεί γνώρισε τη γυναίκα του και απέκτησαν δύο κόρες. Και ξαφνικά πέρυσι, στις 14 Νοεμβρίου 2009, έπεσε νεκρός στην αυλή του σπιτιού του στη Χίο, από ανακοπή καρδιάς, σε ηλικία 51 ετών.
Δυστυχώς, η μακρινή απόσταση και κυρίως η θάλασσα, δεν μας επέτρεψαν, όχι μόνο εμάς, μα και τους συγγενείς του, να παραβρεθούμε στην κηδεία του.
Ευχαριστούμε τις αδερφές του που σκέφτηκαν να γίνει το ετήσιο μνημόσυνο εδώ στην Καλλιπεύκη. Νομίζουμε, πως ήταν το ιδανικότερο και για μας και για το μακαρίτη.
Εμείς, με τη σειρά μας, γράφουμε αυτά, ως πνευματικό μνημόσυνο για τον αξέχαστο φίλο μας τον Τομ. Έτσι τον αποκαλούσαμε μια και είχαμε μάθει και λίγα αγγλικά.
Ο Θεός να αναπαύει την ψυχή του.
Ήσουν μικρός, κοντούτσικος πήγαινες στο σχολείο
κι έψαχνες τον παππούλη σου σιμά στο καφενείο.
Είχε περίπτερο εκεί στην άκρη της πλατείας
κρυφά – κρυφά ετρύπωνες στο χώρο της μαγείας.
Μια σοκολάτα για να φας, λίγες καραμελίτσες
φορές – φορές τον «έκλεβες», σ’ άρεσαν οι τρελίτσες.
Και ο Γιωργούλης’ φώναζε παλιόπαιδο, τι κάνεις;
Μια πάρε για να φας, και μην το ξανακάνεις.
Πολλοί μαζί βρεθήκαμε στους Γόννους κάποια μέρα
γράμματα για να μάθουμε, να φύγουμε πιο πέρα…
Ανέχεια είχαμε πολλή, ανάρια τα καλάθια
το μήνα για να βγάλουμε, τρώγαμε κατακάθια2.
Μα εσύ, έκανες φάρσες πολλές – γλυκές, πολύ τις αγαπούσες
μας έκανες και γελούσαμε, αείμνηστε, γλεντούσες.
Πάνω στην κληματαριά ανέβαζες τη λεκάνη
για να τραβήξεις το σκοινί, να βρέξεις και το Γιάννη.
Πίσω απ’ το πετροντούβαρο περίμενες τον Κούσιο
για να ‘ρθει μα εσύ, σε γκάφα έπεσες, μούσκεψες το Νομάρχη3.
Κι όταν καμιά φορά, σου τύχαινε παραδάκι
τα φιλαράκια μάζευες να κάνετε κεφάκι.
Όλα τα μοίραζες εσύ, έδινες την ψυχή σου
για τη φιλία την αγνή, φωλιά του παραδείσου.
Καρδιά είχες σαν τον ανθό, τους φίλους αγαπούσες
όλα τα έδινες γι’ αυτούς, για κείνους ξεψυχούσες.
Απ’ το Ντιρλί4 σκορπίσαμε στα τέσσερα σημεία
των ομματίων μας πήραμε, γεμίσαμε πτυχία.
Φαντάρους μας επήρανε, υπηρετήσαμε τη θητεία
πολίτες πάλι γινήκαμε και ψάχναμ’ εργασία.
Απ’ τις κορφές του Ολύμπου στη μυροβόλο νήσο
εμίσεψες πολύ νωρίς, μου είπες «θα σ’ αφήσω».
Εκεί εδιορίστηκες, έλαβες το χαρτί σου
και των γονιών σου την ευχή παρέλαβες μαζί σου.
Τα δάση θε να φύλαγες, την όμορφη τη φύση
ο ήλιος να τη χαιρετά, ποτέ μην έρθει δύση.
Όμως, σε μάγεψε πολύ το όμορφο νησί μας
σύντροφο διάλεξες εκεί, την κάναμ’ αδερφή μας.
Δυο κόρες αναθρέψατε, όμορφες, ζηλεμένες
σε αγαπούσανε πολύ, να ‘ναι ευλογημένες.
Μα εσύ, πολύ εβιάστηκες, ν’ αφήσεις και τη Χίο
όχι να ‘ρθεις στον τόπο σου, μα στο θρονί το θείο.
Άφησες το κορμάκι σου στο χιώτικο το χώμα
στην Καλλιπεύκη να θρηνούν δικοί σου, φίλοι, ακόμα.
Μάθαμε τ’ αναπάντεχο, κλάψαμε, εμείναμε βουβοί
Όμως, ένας χρόνος πέρασε Θωμά, έπρεπε να βρεθούμε
στον Αϊ-Θόδωρο εδώ, για την ψυχή σου να προσευχηθούμε.
Μνημόσυνο σε κάναμε ψηλά στην Καλλιπεύκη
εδώ που είναι ο τόπος σου, στη μυρωμένη πεύκη.
Στον τόπο που γεννήθηκες και λάτρεψ’ η ψυχή σου
που ήταν και το όνειρο σαν βγεις στη σύνταξη σου.
Η μνήμη σου έφερε πολλούς σ’ αυτή τη σύναξη μας
αδέρφια, ξαδέρφια, φίλους και γνωστούς, το έχουμε τιμή μας.
Μα, κάτω απ’ το Δεσπότη μας Χριστό, ήταν τα κόλλυβα σου
και η φωτογραφία σου άστραφτε απ’ τα χαμογελά σου.
Ήσουν πολύ χαρούμενος, έλαμπες παλικάρι,
μήπως, γιατί αντίκρισες τους φίλους σου και πάλι;
Νόμισα πως ήσουνα παρών, βρισκόσουν ανάμεσα μας
τον ανιψιό σ’ κοιτάζοντας που ήτανε κοντά μας.
Για μια στιγμή εσάστισα, δεν πίστευα στη ματιά μου
Γιάννης της Κούλας να ‘σαι συ; ετρόμαξα καρδιά μου!
Πήγα για να τρελαθώ, τραντάχτηκε η ψυχή μου
και στα καλά καθούμενα να σβησ’ η αναπνοή μου.
Τον εαυτό μου θύμωσα, του λέω έλα στα συγκαλά σου
ο φίλος σου, το χώνεψες; μίσεψε μακριά σου!
Ώρα πολλή σε κοίταζα με του ματιού την άκρη
συγχώρεσε με φίλε μου…, μου έφυγε το δάκρυ.
Στερνή φορά κοιτάζω εκεί, θωρώ το πρόσωπο σου
τι ομοιότης είν’, εσύ κι ο ανιψιός σου;
Όλα τελείωσαν καλά, σκορπίσαμε και πάλι
με αναμνήσεις άφθονες και σκεπτικό κεφάλι.
Όμως, εμείς θα σε θυμόμαστε, Τομ αγαπημένε
απ’ του Ολύμπου τις κορφές, Φίλε μας παινεμένε.
Έτσι θα σε θυμόμαστε Θωμά, φιλότιμο, γλυκό καλοσυνάτο
μάπα μου, και πάντα γελαστό.
Ω Παναγιά μου Δέσποινα, μητέρ υπεραγία
μεσίτευσε για το φίλο μας να λάβει θέση αγία.
Δίπλα στον Παντοκράτορα κι από τα δεξιά Του
Να μεσιτεύει για όλους εμάς κι τ’ ορφανά παιδιά του!
Αιωνία σου η μνήμη αξέχαστε φίλε.
Εκ μέρους όλων των αδελφικών – γυμνασιακών σου φίλων
ΚΑΤΣΙΟΥΛΑΣ ΖΗΣΗΣ
1Ήταν η Γιώργος Γκουγκουλιάς, παππούς του Θωμά.
2Η λέξη μπήκε χάριν ομοιοκαταληξίας, αλλά επίσης θέλει να δείξει ότι με πολλές στερήσεις μάθαμε πέντε γράμματα. Πολλές φορές γυρίζαμε στο σπίτι και δεν είχαμε κάτι ζεστό να φάμε και καμιά φορά ούτε ξύλο να ζεσταθούμε.
3Σε κάποια φάρσα που έκανε ο Θωμάς, αντί να βρέξει τον Κούσιο τον Τάσο, έβρεξε έναν γείτονα του στου Γόννους που περνούσε από εκεί τυχαία. Αυτός ονομαζόταν Δεδικούσης Ιωάννης, αλλά τον φώναζαν Νομάρχη.
4Η παλιά ονομασία των Γόννων.
Στη μνήμη των γονέων μου, της αδερφής μου Αθηνάς Οικονόμου, το γένος Τσιακάλη, του γαμπρού μου Ιωάννη Οικονόμου, προσφέρω στην εκκλησία το ποσό των 200 δολαρίων Καναδά.
Γεώργιος Τσιακάλης του Δημητρίου (Καναδάς)
ΑΠΟΧΗ
Η μεγάλη αποχή στις πρόσφατες αυτοδιοικητικές εκλογές της 14ης Νοεμβρίου, ήταν, φίλες και φίλοι, ο μεγάλος νικητής! Οι απέχοντες δεν σημαίνει πως δεν ενδιαφέρονται για τα όσα συμβαίνουν στον πολιτικό χώρο. Το αντίθετο! Με τον τρόπο αυτό, όμως, εξέφρασαν την αποδοκιμασία τους και την απόρριψη τους προς τα κόμματα, προς το (κομματικό) πολιτικό μας σύστημα. Η τάση αυτή (αποχή) παρουσιάστηκε στις ευρωεκλογές του 2009, συνεχίστηκε έντονα στις βουλευτικές (επίσης του 2009, όταν εθελουσίως αποχώρησε από την εξουσία η Νέα Δημοκρατία) και κορυφώθηκε στις τελευταίες αυτοδιοικητικές. Αν οι απέχοντες, 50% περίπου, του εκλογικού σώματος ή ένα τμήμα τους έφτανε στις κάλπες το αποτέλεσμα θα ήταν η συντριβή του ΠΑΣΟΚ. Ουσιαστικά το μεγαλύτερο τμήμα των απεχόντων γύρισε περιφρονητικά την πλάτη στα πρωθυπουργικά διλλήματα (ή κερδίζουμε ή πάμε σε βουλευτικές εκλογές) και στις κομματικές αντιπαραθέσεις, χωρίς να προσδοκά τίποτε από το πολιτικό μας σύστημα.
Η κατάσταση, όπως διαμορφώθηκε σήμερα, μου θυμίζει την παρακάτω ιστορία, η οποία πιστεύω έχει κάποιο ενδιαφέρον και αξίζει να τη μοιραστούμε:
«Ένας ναυαγός, σε κάποιο απόμακρο νησί, ύστερα από πολλές προσπάθειες, έπιασε φιλία με τους ιθαγενείς και προσπάθησε να τους πείσει να τον βοηθήσουν να φτιάξει μια σχεδία για να μπορέσει να φύγει από αυτό το απομονωμένο νησί. Οι ιθαγενείς αρνούνταν να τον βοηθήσουν γιατί δεν καταλάβαιναν για ποιο λόγο θα πρέπει να στρωθούν στη δουλειά. Ο δε «μάγος» υποστήριξε για μια ακόμη φορά πως πρέπει να γίνει το «αυτονόητο», πως δηλαδή ο ναυαγός είναι εχθρός και πρέπει να θανατωθεί. Μπροστά σ’ αυτή την κατάσταση και όπως διαμορφώθηκε τώρα, ο ναυαγός αλλάζει τακτική κι αντί να επιμένει να τον βοηθήσουν αρχίζει να τους μιλά για την απεραντοσύνη της θάλασσας και για το τι υπάρχει πέρα από τον ορίζοντα. Τότε… οι κάτοικοι του νησιού αρχίζουν να φτιάχνουν το μεγαλύτερο καράβι που μπορούσαν, για να πάνε κι αυτοί μαζί του…»
Τι έκανε ο ναυαγός: Προσέφερε στους ιθαγενείς ένα όραμα! Δηλαδή αυτό που λείπει σήμερα από μας, απ’ όλους μας, γιατί κανένα κόμμα, κανένας αρχηγός δεν μπορεί να το προσφέρει! Που σημαίνει, αν στο μέλλον, κάποιος κατορθώσει να εμπνεύσει, να δώσει όραμα και προοπτική, όχι μόνο για την έξοδο από την κρίση, αλλά και για την περίοδο μετά από αυτήν θα κερδίσει την εμπιστοσύνη του λαού.
Η ευθύνη των πολιτικών μας, είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτή του ναυαγού της ιστορίας. Είναι υποχρεωμένοι να πετύχουν, γιατί εκτός από το «χτίσιμο» μια καλύτερης Ελλάδας, καλούνται να αποκαταστήσουν το κύρος και την αξιοπιστία της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, διαφορετικά ο δρόμος μας δεν είναι καλός και πιθανότατα θα μας οδηγήσει σε «εκτροπές»…