Μεταξύ Σ ΚΑΙ Αστείου
Ως γνωστόν η «αργία είναι μήτηρ πάσης κακίας». Τα διδαχθήκαμε εμείς το διδάσκονται και τα παιδιά μας ένα δεν μπορώ να καταλάβω? Γιατί όλοι κυνηγάνε την λούφα.
Οι πρωτοστατούντες λουφαδόροι εδώ στην Ελλάδα ποιοι άραγε είναι; Ιδού το μέγα ερώτημα.
Μην είναι ο φούρναρης που σηκώνεται στις 3 ή ο αξάδερφός μου ο σοβατζής; ο βιομηχανικός εργάτης που από τις 5 είναι στο πόδι και δουλεύει σαν το «βόδι».
Μήπως είναι ο κτηνοτρόφος που τρέχει ολημερίς δεν νομίζω δεν μου τόπε κανείς.
Ο γεωργός που με κρύο και ζέστη ή βροχή στο χωράφι θα βρεθεί είναι τόσοι και άλλοι τόσοι που ή δουλειά τους την έχει δώσει (κατακούτελα).
Τι να κάνουν δεν μπορούν στο δημόσιο να μπουν πιο καλά να την περνούνε
Νύκτα πια δεν θα ξυπνούνε
Ούτε και θα ξενυχτούνε
Το κρύο πια δεν θα το νιώσουν
Ούτε θα ξανά ιδρώσουν
Τα καλοριφέρ πετρέλαιο καταβροχθίζουν
Τα αιρκοντίσιον δροσίζουν
Μη μου πείτε σ ότι λεω δεν είμαι σωστός στο δημόσιο διαγωνισμός; (πρόσληψης) γίνεται ο χαμός είκοσι άτομα θα πάρουν είκοσι χιλιάδες τις αιτήσεις τους θα κάνουν.
Γιατί μπαμπά μου και εγώ
Δάσκαλος να μην γίνω
Το καλοκαίρι που κάνει ζέστη πολύ
Θα μαι εις την εξοχή
Για μεγάλες τις γιορτές (Χριστούγεννα- Πάσχα)
Θα μαι πάλι διακοπές
Τι τριήμερα τι σχόλες
Είναι οι βδομάδες όλες
Και αν δεν πέσει απεργία
Κάνουμε ψηφοφορία
Πάντα όχι σε αργία
Γιατί είναι αμαρτία.
Κάποιος πρέπει να επέμβει
Κάτι πρέπει να γενεί
Όχι τόσες εκδρομές
που τις βαφτίζουμε εκπαιδευτικές
είναι παράπονο αυτό;
Μα! Το ίδιο θα κανα και εγώ;
Και τι δεν θα δινα γι αυτό.
Ας με συγχωρήσουν πάλι
Οι φίλοι μου οι δάσκαλοι
Και αν δεν θέλουν να με συγχωρήσουν
Τότε ας τους να με βρίζουν
Κι αν τσαντίστηκαν πολύ
Από αυτά που γράφω στο χαρτί
Ας ρίξουν καμιά παλιοεκδρομή.
Σημείωση: Κείμενο ξεκίνησα να γράψω αλλά με βγήκε λίγο έμμετρο (αν είναι) Όπως ο συχωρεμένος ο πατέρας μου, που ξεκίνησε να κάνει αντί (αργαλειού) πελέκα από εδώ πελέκα από εκεί το έκανε για κόπανος πελέκα πελέκα το κανε στειλιάρι για τσάπα, δεν το άρεσε πελέκα- πελέκα το κανε στειλιάρι για τσεκούρι, δεν του βγαινα συνεχίζει το κάνει στειλιάρι για σκεπάρνι, τίποτε και που κατέληξε; Τελικά το έκανε αδράχτι!!!
Έτσι την πάτησα και εγώ τώρα.
Δημήτριος Γκουντουβάς