ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΠΟΥ ΛΑΒΑΜΕ

Μπράβο σας!!!

Υπάρχουν πράγματι στιγμές που δεν μπορούμε να εκφράσουμε με λόγια, είτε γραπτά, είτε προφορικά αυτό που αισθανόμαστε.
Αυτό ακριβώς αισθάνομαι κι εγώ, που νομίζω ό,τι και να γράψω δε θα μπορέσω να εκφράσω το θαυμασμό μου, τα μπράβο μου και τις ευχαριστίες μου στο Διοικητικό Συμβούλιο του Συλλόγου μας για όλα όσα έκανε τα προηγούμενα 7 – 8 χρόνια. Τους βγάζω όλους το καπέλο, σκύβω με ευγνωμοσύνη μπροστά τους, τους βάζω ΔΕΚΑ (10) άριστα με τρεις τόνους.
Το τι έκαναν, το τι προσέφεραν αυτοί οι άνθρωποι στο χωριό μας ήταν ανεπανάλη­πτο, ξεπέρασε τη φαντασία μας. Όλες οι εκδηλώσεις άριστα οργανωμένες. Ημερίδες, χοροεσπερίδες, συνεργασίες με πανεπιστήμια και εκδηλώσεις παντός τύπου, εκδρομές, τα άψογα ημερολόγια, η εφημερίδα κ.ά.
Μέχρι συνάντηση με τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας είχαν!!! Κράτησαν την Καλλιπεύκη στο φως της δημοσιότητας επί σειρά ετών. Εξέδωσαν βιβλία που κάθε γνή­σιος Καλλιπευκιώτης πρέπει να έχει. Αλλά και αυτό το βιβλίο του φίλου μου Ζήση Κατσιούλα «Η Καλλιπεύκη του Ολύμπου, ιστορία, λαογραφία», είναι κάτι το ανεπανάληπτο. Όλη η ιστορία της Καλλιπεύκης. Ποιος το διάβασε και δεν έμεινε άναυδος.
Εγώ το αποκαλώ «το ευαγγέλιο» της Καλλιπεύκης. Ζήση, αξίζεις πολλά συγχαρητήρια, για την υπομονή και έμπνευση που είχες να κάνεις όλη αυτή τη δουλειά.
Όλοι πρέπει να διαβάσουν λοιπόν το «ευαγγέλιο» μας. Γιατί θα γίνουν πλουσιότεροι στις γνώσεις τους, θα ξέρουν την ιστορία μας.
Θυμηθήκαμε πολλά, μάθαμε πολλά, και ο καθένας έμαθε ιδίως στα παιδιά μας και για τους προγόνους των. Εγώ πάντως καμαρώνω για τους προγόνους – συγγενείς μου κλπ. Επίσης με καμάρι παρουσιάζω σε φίλους και μη αυτό το βιβλίο. Τι άλλο να πω, χίλια μπράβο!!!
Το 1984 όταν σε γενική συνέλευση είπα σαν Δ.Σ. ότι «βάλαμε γερά θεμέλια από μπε­τόν αρμέ», για να κτιστεί ο Σύλλογος πάνω τους δε φανταζόμουν ποτέ ότι ο σύλλογος θα γινόταν (αλληγορικά) ουρανοξύστης. Νιώθω λίγη ζήλια, που δεν έτυχε να είμαι κι εγώ μαζί σας. Σας εκφράζω τον απεριόριστο θαυμασμό μου!!!
Επίσης θέλω να ευχηθώ στο νέο Δ.Σ. που έχει και μέλη από το παλιό, να συνεχίζει το ίδιο δυναμικά και ν’ ανεβάσει το Σύλλογο και την Καλλιπεύκη ακόμη ψηλότερα. Πρόεδρε (σειρά) και οι άλλοι της γενιάς μου με τους νεότερους, πιστεύω δε θα μας απογοητεύσετε. Καλή δύναμη. Καλή Επιτυχία σας εύχομαι ολόψυχα.

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΟΥΝΤΟΥΒΑΣ

Μια φωνή σίγησε για πάντα.

Μια φωνή λιγότερη άφησε στην Καλλιπεύκη μετά το θάνατο της η Παρασκευούλα Καραμπατή του Απόστολου, διότι ήταν μόνιμος κάτοικος του χωριού της.
Η Παρασκευούλα έφυγε από τον κόσμο τούτο στις 11 Νοεμβρίου 2005 για τη γειτονιά των Αγγέλων, όπου θα συναντήσει τ’ αγαπημένα της πρόσωπα: σύζυγο, μάνα, πατέρα, γιαγιά, αδέλφια κλπ.
Έκλεισε τα μάτια της παντοτινά, σε ηλικία 80 ετών. Στη μακρόχρονη ζωή της γνώρισε τις χαρές και λύπες μαζεμένες, χωρίς μέτρο, όπως τις δέχονται οι περισσότερο» άνθρωποι.

Η Παρασκευούλα ήταν τύπος που έλεγε «τα σύκα – σύκα και τη σκάφη – σκάφη», όπως καταλα­βαίνετε δε γνώριζε πολιτική για να σκέφτεται το κόστος των λόγων και έτσι καμιά φορά μπορεί να έφθανε και στην παρεξήγηση από κάποιον.

Ήταν το πρώτο παιδί από την πολύτεκνη ομογένεια του Αθανασίου Καλούση, ο οποίος χάθηκε κατά τον εμφύλιο πόλεμο του 1947 μαζί με 150.000 θύματα και των δύο παρατάξεων, που νόμιζαν ότι θα φτιάξουν έναν άλλον πιο… όμορφο κόσμο Τόσο κόσμο, δε χάσαμε ούτε στο Β’ παγκόσμιο πόλεμο!…
Από μάνα έμεινε ορφανή πολύ νωρίτερα κα από μικρό κορίτσι ανασκούμπησε τα μανίκια της και πήρε θέση μάχης για την επιβίωση, με βοηθό πρώτη και καλύτερη τη γιαγιά της Παρασκευούλα Γκουρμπαλή πρώτα της πολυμελούς οικογένειας που γεννήθηκε της πατρικής και στη συνέχεια της δικής της νέας, που δημιούργησε με το γάμο της με τον Απόστολο Καραμπατή.

Από τον ευλογημένο αυτό γάμο, γεννήθηκαν τα τρία αγόρια: ο Γιάννης, ο Θανάσης και ο Γιώργος σημερινοί οικογενειάρχες, ο καθένας με τη σειρά του.
Ατυχώς εδώ δεν είχαμε αυτό που λέει ο λαός «της καλομάνας το παιδί το πρώτο να είναι κορί­τσι» και έτσι δεν απόκτησε το κορίτσι που κάθε μέρα περιμένει και το οποίο θα είναι το αποκούμπι σ’ όλη της ζωή της και ιδιαίτερα στα γεράματα. Πώς να το κάνουμε, όσα και να προσφέρουν τ’ αγόρια στη μάνα θα είναι λιγότερα μπρο­στά στην κόρη.

Οι μόνιμοι κάτοικοι θα τη θυμούνται να βόσκει τα πρόβατα παρά την αναπηρία της που απέ­κτησε στα γεράματα. Δυστυχώς δεν έβρισκε το χρόνο να ξεκουραστεί, πού τέτοιες πολυτέλειες σ’ ένα σπίτι με κοπάδι από πρόβατα και όχι μόνο.

Ο λόγος που μου κάνει να γράψω αυτές τις γραμμές είναι να την ευχαριστήσω και γι αυτά που έκανε για μας τα μικρότερα αδέλφια της. Το σπίτι της ήταν πάντα ανοιχτό και μας καλοδεχόταν με το συχωρεμένο Αποστόλη τον άνδρα της και τα παιδιά της, όταν είχαμε την ανάγκη τους.

Δε θα ξεχάσω το ζεστό ψωμί, τις πίτες, τα γεμιστά με τις νοστι­μότατες Νεζεριώτικες πατάτες, την αχνιστή φασουλάδα, το βραστό γάλα κλπ και πάντοτε η καλή συμβουλή.
Για τα λίγα αυτά και για πολύ περισσότερα που έκανες, ας είναι ελαφρό το Νεζεριώτικο χώμα που σκεπάζει εσένα και όλους τους πατριώτες μας με τα προτε­ρήματα και τα ελαττώματα, διότι ουδείς αναμάρτητος σ’ αυτό τον κόσμο.
Στο καλό αγαπημένη μας αδελφή, ο αδελφός σου,

ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΑΛΟΥΣΗΣ

Μόνο λίγα λόγια στη Μάνα μας που έφυγε…

Μάνα δε βρίσκεται λέξη καμία νάχει στον ήχο της τόση αρμονία… Λέει το ποίημα που μάθαμε στο δημοτικό σχολείο.

«Μάνα, γλυκιά μανούλα μου σε κράζω, είσαι μακριά μου». Έφυγες στις 10 του Νοέμβρη για τον παράδεισο. «Το μαχαίρι της λύπης βούλιαξε στην καρδιά μας». Όλοι γύρω σου με θλιμμένα μάτια, λυγμούς και δάκρυα.
Ήσουν 86 ετών κι όμως σε θέλαμε κοντά μας. Θέλαμε να μας μιλάς, θέλαμε να μας συμβουλεύεις. Θέλαμε ν’ ακουμπούμε με σιγουριά πάνω σου.
Κλαίμε μάνα γιατί σε χάσατε, κλαίμε μάνα για όσα τράβηξες να μας μεγαλώσεις, με τόσα που πέρασες ποτέ δε λύγισες. Ούτε στο ατύχημα του Βασίλη έδειξες ότι λυγίζεις ο καημός σου ήταν μεγάλος και σ’ έτρωγε συνέχεια, αλλά εσύ «βράχος». Κι όταν τον χάσαμε ήσουν απαρηγόρητη.
Ήσουν η μάνα που μαζευόμασταν όλα τ’ αδέλφια γύρω σου, ήσουν ο συνδετικός κρίκος της αλυσίδας και της οικογένειάς μας.

010 giagia

Υπέφερες τα πάντα με υπομονή και καρτερία. Δεν ήθελες ν’ αδικήσεις κανένα σου παιδί, ήσουν ακριβοδίκαια σ’ όλα σου. Ήθελες πάντα να δίνεις, να προσφέρεις και δε ζήταγες τίποτε. Κι εκείνο που μας, ζήτησες όταν ήσουν στα τελευταία σου ήταν: «Να μείνουμε ενωμένοι, νάμαστε αγαπημένοι, να στηρίζουμε ο ένας τον άλλον, να μη σκορπίσουμε». Και θυμάμαι με πόνο εκείνο που σε στενοχωρούσε ήταν:  Αν πεθάνεις, πού θα μας αφήσεις μόνους κι απροστάτευτους…
Σε κλάψαμε μανούλα μας όλα τα παιδιά σου, οι νύφες σου, οι γαμπροί σου, τα δέκα πέντε εγγόνια σου και τα δισέγγονα σου, σ’ αποχαιρετήσαμε όλοι μας. Ήλθαν από το χωριό οι συγγενείς μας από τον Αμπελώνα η αδελφή σου και οι άλλοι συγγενείς από τη Λάρισα και από άλλα μέρη. Και πολύς κόσμος από το χωριό τη Γλαύκη, που έμεινες τελευταία και σε φρόντιζε ως τα τελευταία σου η Γεωργία, η κόρη σου.
Σε συνοδεύσαμε ως την τελευταία σου κατοικία πλήθος κόσμου. Έτσι όπως ήθελες νάναι γεμάτο το σπίτι μας με κόσμο.
Μάνα θα μας λείπεις πάντα!
Μάνα θα σε θυμόμαστε πάντα.
Μάνα ας είναι ελαφρύ το χώμα που σε σκέπασε!…

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΚΟΥΝΤΟΥΒΑΣ

 

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ