Monthly Archives: Δεκέμβριος 2015
Κοινωνικά
Αρραβώνες:
Ο Στέργιος Μούργκας του Ιωάννη, με τη Βασιλική Νούλα από τη Δεσκάτη.
Ο Ιωάννης Πολυζάς του Αποστόλου με την Αποστολία Σοφού από την Κρανιά Ελασσόνας.
Η Μαρία Γκαγκανάσιου του Αστερίου και της Καίτης με τον
Από τον Τύρναβο.
Η Αλεξάνδρα Γκαγκανάσιου του Αστερίου με τον Αντωνίου από τους Γόννους.
Γάμοι:
Η Χριστίνα Γκαντάκη με τον Μιχάλη Κόμλια από την Πρέβεζα.
Γεννήσεις:
Η Αντιγόνη Βάννη σύζυγος Δημητρίου Μαντά του Κων/νου και της Μαίρης, γέννησε το 2ο παιδί αγόρι.
Η Ζωή Νταμπώση σύζυγος Νικολάου Θεοδοσίου, γέννησε το 2ο παιδί κορίτσι.
Η Ματούλα Παπαϊωάννου του Αστερίου (Αμπελώνας) σύζυγος Αργύρη Ζολώτα, γέννησε το 1ο παιδί κορίτσι.
Η Πόπη Αργυροπούλου σύζυγος Ιωάννη Παπαϊωάννου του Αστερίου (Αμπελώνας) γέννησε το 2ο παιδί αγόρι.
Η Χριστίνα Πετρενίτη (κόρη της Σταματής Παπαϊωάννου) σύζυγος Χρήστου Σύρμου, γέννησε το 1ο παιδί αγόρι.
Θάνατοι:
Γραμματή Παπαϊωάννου σύζυγος Ιωάννη ετών 94
Δημήτρης Κούσιος ετών 87
Οικονομίκες ενισχύσεις
|
Συνεταιρισμός Γόννων «ΑΝΤΙΓΟΝΙΔΕΣ» | 20 Ευρώ |
|
ΜΟΥΣΟΥΛΗ – ΦΩΛΙΑ Μαρία | 50 |
|
ΚΑΝΕΛΙΑ Γεωργία | 25 |
|
ΚΑΝΕΛΙΑ Βασιλική | 25 |
|
ΜΑΝΤΑΣ Αθανάσιος του Νικολάου | 20 |
|
ΓΚΑΖΓΚΑΝΗΣ Ιωάννης | 20 |
|
ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΜΑΡΙΑ – ΘΑΝΑΣΗΣ ΤΣΑΡΤΣΑΡΑΣ | 100 |
|
ΜΑΝΙΚΑΣ Αντώνης | 100 |
ΠΑΠΑΔΟΝΤΑΣ Χρήστος (Αμερική) | 100 | |
|
ΤΣΙΡΕΒΕΛΟΣ Γεώργιος (στη μνήμη του πατέρα του
και του αδερφού του Αναστασίου) |
50 |
|
ΜΗΤΣΙΟΠΟΥΛΟΣ Θωμάς | 30 |
|
ΚΟΥΤΣΙΑΡΗΣ Αστέριος | 20 |
|
ΜΑΝΤΑ – ΤΑΜΠΑΚΑ Μαρία | 20 |
|
ΓΚΑΓΚΑΝΑΖΙΟΣ Κων/νος | 20 |
|
ΓΡΑΝΤΖΙΟΣ Αθανασιος | 100 |
|
ΚΑΡΑΣΕΡΓΙΟΥ Παναγιώτης | 50 |
|
ΜΑΣΟΥΡΑΣ Κων/νος του Αστερίου | 20 |
|
ΚΑΛΟΥΣΗΣ Ιωάννης | 05 |
|
ΜΠΟΥΤΣΙΚΑΣ Νίκος | 20 |
|
ΨΑΡΡΟΣ Απόστολος | 10 |
|
ΓΚΟΥΜΑΣ Πούλιος | 20 |
|
ΓΚΟΥΓΚΟΥΛΙΑ Χριστίνα | 20 |
|
ΤΣΙΑΤΣΙΟΣ Ζήσης | 20 |
|
ΣΑΛΑΜΠΑΣΗΣ Κων/νος | 20 |
|
ΚΑΡΑΜΠΑΤΗΣ Θωμάς του Ζήση | 20 |
|
ΜΑΝΤΑΣ Αστέριος | 100 δολ. Καναδά |
|
ΠΑΠΑΔΟΥΛΗΣ Απόστολος | 100 δολ. Καναδά |
|
ΜΑΣΟΥΡΑΣ Απόστολος του Αστερίου (Κατερίνη) | 50 |
|
ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ Δημήτριος (Φαρμακείο) | 50 |
|
ΓΚΟΥΡΜΠΑΛΗΣ Βασίλης | 30 |
|
ΓΚΟΥΡΜΠΑΛΗ – ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΙΔΗ Βέτα | 30 |
|
ΚΑΣΤΟΡΗΣ Απόστολος | 25 |
|
ΚΑΣΤΟΡΗΣ Αναστάσιος του Αποστόλου | 25 |
|
ΓΚΟΥΓΚΟΥΛΙΑΣ Νικόλαος | 20 |
|
ΓΚΕΤΣΙΟΣ Στέργιος του Γεωργίου | 20 |
|
ΜΑΝΤΑΣ Δημήτριος | 20 |
|
ΣΑΚΟΡΑΦΑΣ Φάνης | 20 |
|
ΓΚΑΒΟΥΤΣΙΚΟΣ Κων/νος του Αστερίου | 25 |
|
ΠΑΠΑΙΩΑΝΝΟΥ Δημήτρης του Ιωάννη | 20 |
|
ΤΣΟΛΑΚΗ Μαρία | 20 |
|
ΡΗΜΑΓΜΟΣ Κων/νος | 10 |
|
ΤΣΟΛΑΚΗΣ Χρήστος | 20 |
|
ΝΤΙΤΣΑΣ Χαράλαμπος | 20 |
|
ΓΡΟΤΖΙΟΣ Αθανάσιος | 50 |
|
ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ Ιωάννης (περίπτερο) | 50 |
|
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Χρήστος (κατάστημα) | 70 |
|
ΠΑΤΟΥΛΙΑ – ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ Παρασκευή | 20 |
|
ΜΑΝΤΑΣ Δημήτριος (κατάστημα) | 50 |
|
ΧΑΤΖΗΣ Χρήστος | 20 |
|
ΤΣΙΛΙΜΕΝΗΣ Χρήστος | 20 |
|
ΜΑΝΤΑΣ Ιωάννης | 20 δολ. Καναδά |
|
ΠΑΤΟΥΛΙΑΣ Χρήστος | 100 |
|
ΜΠΟΥΤΣΙΚΑΣ Ιωάννης | 50 |
|
ΚΑΛΟΥΣΗΣ Κων/νος | 20 |
|
ΚΑΛΟΥΣΗΣ Χρήστος | 20 |
|
ΜΑΝΤΑΣ Ιωάννης (Αυστραλία) | 50 |
|
ΜΑΝΤΑΣ Αστέριος (Αυστραλία) | 50 |
|
ΠΑΠΑΔΟΝΤΑΣ Απόστολος (Αυστραλία) | 50 |
|
ΡΗΜΑΓΜΟΣ Εμμανουήλ (Αυστραλία) | 50 |
|
ΘΕΟΔΟΣΙΟΥ Νικόλαος | 50 |
|
ΚΟΥΣΙΟΥ Κων/να | 100 |
|
ΒΛΑΧΟΠΟΥΛΟΣ Νίκος | 20 |
|
ΚΑΝΕΛΛΙΑ Έλλη | 20 |
Ελληνική Κοινότητα Kingston και περιχώρων (Μελβούρνης)
Με την ενημερωτική μου επιστολή θα ήθελα να σας πληροφορήσω πώς λειτουργούμε οι Έλληνες του εξωτερικού με τις Ελληνικές Κοινότητες. Και θα ήθελα να ενημερώσω τους συμπατριώτες για την Ελληνική Κοινότητα Κιη9δίοη και περιχώρων, η οποία εδρεύει στα νοτιοανατολικά προάστια της Μελβούρνης.
Η κοινότητα ιδρύθηκε το 1970 και λειτουργεί μέχρι σήμερα με τις ακόλουθες υπηρεσίες: με τα σχολεία Ελληνικά γράμματα – με πεντάωρη διδασκαλία την εβδομάδα, που απώτερος σκοπός της είναι η εκμάθηση της Ελληνικής γλωσσάς.
Επίσης, έχει τμήμα ηλικιωμένων και την ποδοσφαιρική ομάδα με την ονομασία «Hellenic Moorabin». Η κοινότητα έχει περίπου 1.200 μέλη.
Οι δραστηριότητες με τις οποίες ασχολούμαστε στην κοινότητα είναι η διοργάνωση εκδηλώσεων και η μεγαλύτερη γιορτή της Κοινότητας είναι η γιορτή του καρναβαλιού. Το λεγόμενο «Ελληνικό Καρναβάλι».
Όλες αυτές οι εκδηλώσεις λαμβάνουν μέρος στο ιδιόκτητο κτήμα της Κοινότητας, το οποίο είναι 14 στρέμματα.
Επίσης στην Κοινότητα στεγάζεται ο Πανλαρισαϊκός Φιλανθρωπικός Σύλλογος. Βάσει του καταστατικού της Κοινότητας οι εκλογές για την ανάδειξη του Διοικητικού Συμβουλίου λαμβάνουν χώρα κάθε δυο χρόνια. Το τωρινό Διοικητικό Συμβούλιο αποτελείται από τα εξής μέλη:
ΜΑΝΤΑΣ ΓΙΑΝΝΗΣ, Πρόεδρος (Καλλιπεύκη Λάρισας)
ΜΠΑΛΤΑΣ ΘΑΝΑΣΗΣ, Αντιπρόεδρος – υπεύθυνος εκδηλώσεων (Πάτρα)
ΓΙΑΝΤΣΙΔΗΣ ΤΡΥΦΩΝ, Γ. Γραμματέας (Χρυσοχώραφα Σερρών)
ΛΕΜΠΕΣΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ, Ταμίας (Σπάρτη)
ΚΑΛΕΤΗ ΓΕΩΡΓΙΑ, βοηθός Ταμία (Κατερίνη)
Μέλη:
ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ (Χείμαρρος Σερρών)
ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗΣ ΝΙΚΟΣ (Θεσσαλονίκη)
ΛΟΛΑ ΚΟΥΜΑΤΖΙΑ (Μεταξά Κοζάνης)
ΛΙΑΚΟΣ ΘΑΝΑΣΗΣ (Κοζάνη)
ΣΚΕΒΑΣ ΚΩΣΤΑΣ (Δράμα)
ΚΑΜΑΡΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (Νιγρίτα Σερρών)
Ελληνική Κοινότητα νοτιοανατολικών προαστίων Μελβούρνης
Με αγάπη ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΝΤΑΣ
«ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ»
Η Πρόταση του Προέδρου του Τοπικού Συμβουλίου, κ. Χρήστου Οικονόμου
«Όλοι μαζί, να υποστηρίξουμε δυο υποψήφιους για το νέο διευρυμένο Δήμο Τεμπών (όπου θα υπάγεται και το χωριό μας, με έδρα το Μακρυχώρι)», πρότεινε ο Χρήστος Οικονόμου, νυν Πρόεδρος (και άξιος) του Τοπικού Συμβουλίου, «ανεξάρτητα σε ποια παράταξη – κόμμα θα ανήκουν. Σημασία έχει να εκλεγούν και να εκπροσωπούν στο Δ.Σ. το χωριό μας και μπορούμε να τους εκλέξουμε και τους δυο».
Σωστή επί της αρχής η πρόταση του Χρήστου, μα ελλιπής, γενική και αόριστη. Προσωπικά θα τον παρότρυνα να την επαναλάβει αργότερα, τεκμηριωμένη και κύρια με τα ΟΝΟΜΑΤΑ των υποψηφίων. Δυστυχώς ή ευτυχώς τα πράγματα «περπατάνε» από πρόσωπα και όχι από θεσμούς, αυτοί ακόμα στην πατρίδα μας (πλην ελαχίστων εξαιρέσεων) δεν τα κατάφεραν, τα πρόσωπα, όμως αρκετές φορές ναι! Ναι να υπάρχουν δυο πατριώτισσες ή πατριώτες μας στο νέο Δήμο, ανεξάρτητα από το κόμμα ή το συνδυασμό που θα βρίσκονται αλλά να είναι «Πατριώτισσες ή Πατριώτες», δραστήριοι, με γνώση, διάθεση και κατανόηση και κύρια Δημοτικοί Σύμβουλοι του Δήμου (όχι μόνο της Καλλιπεύκης).
Παναγιώτης Παπαϊωάννου
Από δίμηνο σε δίμηνο
Σχολιάζει ο Παναγιώτης Παπαϊωάννου
Τηλ.: 2331020867 – 6972446533
Τακτικός επισκέπτης (ίσως από τους πιο τακτικούς), ο Γιάννης Μαντάς με τη σύζυγό του Μαρία, από την Αυστραλία, ο οποίος προσέφερε στο Σύλλογό μας και το ημερολόγιο της τοπικής στους ελληνικής κοινότητας (MOOARABBIN ή GINGSTON) της Μελβούρνης, στην οποία είναι και πρόεδρος για πολλά χρόνια.
Άλλη μια επισκέπτρια, πατριώτισσα κι αυτή, που ζεις την Αθήνα με το σύζυγό της Νίκο εδώ και πολλά χρόνια, συνταξιούχος πλέον Νοσηλεύτρια, βρέθηκε για λίγες μέρες στο χωριό. Η Ντίνα Κούσιου (του Μήτρου με τα 7 κορίτσια), που τη βλέπουμε στη φωτογραφία μαζί με το ζεύγος Π. Παπαϊωάννου, που αντάμωσαν για λόγο στον ξενώνα του χωριού μας «ΑΣΚΟΥΡΙΣ».
Δρόμος Καλλιπεύκης – Πλαταμώνα!!! Εμείς τα λέμε εμείς τα ακούμε… Η Νομαρχία Λάρισας (μετά τις παρεμβάσεις του προέδρου του Τοπικού Συμβουλίου και του Συλλόγου μας) κάτι έκανε. «Μπάλωσε» κακήν κακώς τις ζημίες. Η Νομαρχία Πιερίας; Δεν έχει «αυτιά» δεν έχει μάτια; Ή νομίζει πως το δρόμο τον χρησιμοποιούν μόνο κάτοικοι του Νομού Λάρισας;
Αντάμωμα Καλλιπευκιωτών: Γέμισε για μια φορά ακόμη η πλατεία του χωριού μας στις 7 Αυγούστου, ημέρα που ο Σύλλογός μας οργάνωσε λαϊκό γλέντι με δημοτική μουσική για όλους. «Άριστη» και η οργάνωση των δυο καταστημάτων με τραπέζια και καρέκλες που «γέμισαν» την πλατεία μοιράζοντας το χώρο εξ ίσου μα… μόνο μέχρι εκεί. Εξυπηρέτηση μέτρια έως κακή και τιμές δυστυχώς όχι οι καθημερινές! Γιατί; Συμμετείχαν στην οργάνωση; Συμμετείχαν στα έξοδα της οργάνωσης ενός τέτοιου γλεντιού; Συμμετείχαν στα «δώρα» της λαχειοφόρου; Οι απαντήσεις δικές σας…
Αλβανοί Μάστορες: Αυτόν τον υπέροχο τοίχο τον «κατάφεραν» οι δυο μαθητευόμενοι «μάστορες» του χωριού μας, Φατός και Νεμπί (Φώτης και Μάριος, ναι οι Αλβανοί)! Βρίσκονται χρόνια στο χωριό μας με τις οικογένειές τους και «παλεύουν» καθημερινά για τον «άρτον τον επιούσιον» στην ξενιτιά, «κυνηγώντας» κάθε μεροκάματο που θα τους τύχει! Ξενιτεμένοι είναι και αυτοί όπως τόσοι και τόσοι πατριώτες μας σ’ όλα τα μέρη της γης. Για καλύτερες μέρες ήρθαν στην Ελλάδα και στο χωριό μας και τους το ευχόμαστε… Συγχαρητήρια, παιδιά και περισσότερες (μεγαλύτερες) δουλειές.
«Αν τολμούσε κάποιος, να «κόψει» το βουνό στη θέση «Χλιαρνό», είπε κάποιος ηλικιωμένος του χωριού μας, «δεν θα υπήρχε η υγρασία που παρατηρείται συχνά πυκνά και όχι μόνο μέσα στη λίμνη»! Και μάλλον είχε δίκιο! Η υγρασία εγκλωβίζεται από τις γύρω ράχες τις νύχτες που δεν έχει αεράκι και παρατηρείται αυτό το υπέροχο φαινόμενο! Η λίμνη σκεπασμένη μ’ ένα απαλό πέπλο, που γίνεται όλο και πιο αχνό με το ανέβασμα του ήλιου μέχρι να χαθεί…
Μικρό χορευτικό: Στα 37 έφτασαν τα μικρά του χωριού μας που συμμετείχαν φέτος στο μικρό χορευτικό και χόρεψαν όλο καμάρι στην πλατεία του χωριού μας, στο αντάμωμα (7-8-10). Συγχαρητήρια στα ίδια, στους γονείς των και κύρια στο δάσκαλο, που για ένα μήνα περίπου «πάλευε» μαζί τους! Από δυόμισι χρονών!!! κ. Πρόεδρε, νομίζω πως από του χρόνου πρέπει να υπάρχει ένα όριο. Στο μικρό χορευτικό θα συμμετέχουν παιδιά από τρία, τέσσερα, πέντε, έξι χρονών και άνω. Το όριο θα το βρει το Δ.Σ. σε συνεργασία με το δάσκαλο. Κι αν κάποια δεν χορέψουν αυτή τη χρονιά… θα χορέψουν την επόμενη. Μα αν τίθεται και θέμα απασχόλησης των μικρών στις μέρες του καλοκαιριού, υπάρχουν κι άλλες δραστηριότητες που μπορούν να γίνουν, ίσως με περισσότερο ενδιαφέρον για τα ίδια (δημιουργικό παιγνίδι, θεατρικό παιγνίδι, παραμύθι κλπ)… πάντα θα υπάρχει ένας εθελοντής, μια εθελόντρια με γνώση αντικειμένου! Κι αν δεν υπάρχει δεν θα είναι μεγάλο το κόστος για κάποια ή κάποιον που το κατέχει να το κάνει.
Ακούραστος, δραστήριος κι εργατικότατος – κατά κοινή ομολογία) ο Στέλιος Παπαδημητρίου: Σε λίγες ώρες «λιάνισε» στην κυριολεξία μια τεράστια καρυδιά, που του απέδωσε περί τα έξι (;) χωρικά ξύλα, με τα ανάλογα εργαλεία τη βοήθεια του «εργάτη» και του μικρού (για λίγο) Παναγιώτης Μιχαντά.
Φωτιά άναψα, δίπλα στο σπίτι μου στις 25 Ιουνίου, να κάψω κλωνάρια που κλάδεψα από τα δέντρα της αυλής και σε ελάχιστο χρόνο, πριν προλάβει ν’ ανάψει καλά, κατέφθασε ο Αντώνης Μουστακάς, εποχιακός πυροσβέστης, με πυγμή και σθένος και αφού πρώτα μου τόνισε πως απαγορεύεται το άναμμα φωτιάς μέχρι το Σεπτέμβριο και πως δεν δικαιολογούμαι να μη το γνωρίζω, τη σβήσαμε. Θεώρησα πως μπορούσα αν το κάνω, αφού ήταν δίπλα στο σπίτι και δίπλα στο νερό με το λάστιχο που ήδη είχα εκεί. Θα ήθελα, Αντώνη, να σε συγχαρώ δημόσια για τη δουλειά σου. Για την αφοσίωση, την παρατηρητικότητα, την ταχύτητα, την αποφασιστικότητα και για το «μάθημα» που μου έδωσες.
Πόσα και ποια μπορούν να είναι τα ερεθίσματα του δίχρονου αυτού παιδιού που βλέπει για πρώτη φορά χελώνα ζωντανή και μάλιστα στην αυλή του σπιτιού του; Πόσα είναι τα παιδιά της ηλικίας του που μπορούν να έχουν αυτή την τύχη; Και… μην κρίνεται πατριώτισσες και πατριώτες από τα παιδιά που ζουν έστω και για λίγο στο χωριό μας. Αλλάζουν οι καιροί… και για να γίνω πιο κατανοητός σε λίγα χρόνια και τα Καλλιπευκιωτόπουλα θα γνωρίζουν το γάιδαρο από φωτογραφίες! Ένας έμεινε ακόμη στο χωριό!
Ζωντανές μαρτυρίες από τον Κωνσταντίνο Παπαστεργίου
Στις 22 Αυγούστου του 2008 μιλήσαμε με τον μπαρμπα – Κώτσιο τον Παπαστέργιο και τον παρακαλέσαμε να μας διηγηθεί κάτι από τα περασμένα. Αυτός, 90 χρονών σήμερα, μας διηγήθηκε διάφορα γεγονότα της ζωή του και κυρίως της μαύρης δεκαετίας 1940 – 1950. Μας περιέγραψε δύσκολες εποχές και πονεμένες από τις οποίες όμως, πρέπει να αντλούμε διδάγματα και να προβληματιζόμαστε. Το κείμενο που ακολουθεί δημοσιεύεται όπως ακριβώς το καταγράψαμε. Δεν διορθώσαμε τίποτε, γι’ αυτό και παρατηρούνται μερικά συντακτικά και άλλα λάθη. Τις ζωντανές μαρτυρίες κατέγραψε ο Κατσιούλας Ζήσης.
Γεννήθηκα στην Καλλιπεύκη το 1920. Πατέρας μου ήταν ο Παπαστεργίου Αστέριος και μητέρα μου η Αγγελίτσα Τσικρικά. Δάσκαλο είχα τον Γκαναβούρα. Αυτός ήξερε πολλές γλώσσες και όπως είχα ακούσει, είχε πάει στην Ελβετία. Δεν γνωρίζω αν ταξίδεψε και σε άλλες χώρες. Καθόταν εκεί που είναι σήμερα η Κοινότητα και το Σπίτι του Σιώκου (Μπένια). Το χωριό τότε είχε «απαρηγόρητη» φτώχεια. Τα παιδιά πήγαιναν και βοσκούσαν μία αγελάδα, δυο βόδια, ένα γομάρι και τα περισσότερα δεν πήγαιναν στο σχολείο. Τα κορίτσια δεν τα έστελναν καθόλου στο σχολείο εκτός από εξαιρέσεις. Πριν από το 1940 οργώναμε με τα βόδια και με τα άλογα. Τα καλύτερα βόδια τα είχε ο πατέρας μου και ο Τιγούλας (Παπαστεργίου Αστέριος και αυτός) και ήταν μεταξύ τους πρώτα ξαδέρφια. Πήγαιναν στη Μακεδονία, στο Ρουμπλούκι και τα αγόραζαν ειδικά για το χωράφι. Ζυγούς βοδιών έφτιαχναν σχεδόν όλοι οι Καλλιπευκιώτες. Εγώ έφτιαχνα, ο Χρίστος ο Γαζέτας (Ζαφείρης), ο πεθερός του ο Νικόλας ο Μασούρας, ο Μήτσιος ο Απρίλης (Δημ. Γκουντουβάς) και ποιος δεν έφτιαχνε. Θυμάμαι και τον Κώστα τον Μασούρα που ήταν πρόεδρος και τον Γιάννη τον Καρπούζα που ήταν γραμματέας.
Όταν κηρύχτηκε ο πόλεμος το 1940, ήμουν εδώ στο χωριό και δεν είχα πάει φαντάρος ακόμη. Μπαίνοντας οι Γερμανοί στο χωριό, δεν έκαναν τίποτε. Μόνο πήραν διάφορα τρόφιμα για να φάνε. Από την οικογένειά μας είχαν πάρει 5 – 6 αρνιά. Τα είχαμε στο σπίτι του Μήτσιου του Μασούρα. Το άλλο πρωί έμασα τα πρόβατα και τα πήγα στις Κούτρες. Όταν μαθεύτηκε ότι οι Γερμανοί έρχονται στο χωριό, όλοι αναστατώθηκαν αλλά ευτυχώς δεν πείραξαν κανέναν. Όταν το χωριό σηκώθηκε και πήγαμε να κρυφτούμε στο δάσος, εμείς είχαμε πάει στου Παπανικόλα. Εκεί ήταν ακόμα ο παππούς ο Μπαντής, ο Ζησιός ο Μπουτιός (Πετρωτός) και άλλοι. Είχαμε μαζί μας ζώα και διάφορα πράγματα. Μα δεν βρέθηκε ένας με μυαλό και να μας πει πού πάμε; Την ημέρα που οι Γερμανοί έκαιγαν το χωριό εγώ ήμουν στην Πάδη Σπανού μαζί με το Μήτσιο τον Γκουγκουλιά, τον Αποστόλη Πανάρα και έναν άλλο. Εκείνη την ώρα έβλεπα το σπίτι μας που καιγόταν και επειδή πάνω σε ένα κουτλουγιόμοσμα είχα κρύψει δυο χειροβομβίδες, παρακολουθούσα για να δω τι θα γίνει. Τελικά δεν έσκασαν.
Οι Γερμανοί είχαν φέρει από την Πουλιάνα και τη Σκαμνιά περίπου 2.000 πρόβατα και τα είχαν στο μύλο του Μητσιόπουλου. Από αυτά έκοβαν και έτρωγαν. Όταν οι Γερμανοί έκλεισαν τον κόσμο στον Άγιο Θεόδωρο, ήμουν κι εγώ μέσα. Ήμασταν ο ένας πάνω στον άλλον. Δεν μπορούσαμε να κουνήσουμε ούτε το πόδι μας. Πάνω στον γυναικωνίτη, είχαμε τον Μήτσιο τον Τσιριβή (Καστόρη) και τον πειράζαμε. Κάναμε αστεία και δεν καταλαβαίναμε τι μας περιμένει. Το πρωί ήρθε ένας Γερμανός αξιωματικός στάθηκε στην πόρτα και μετά άρχισε να διαλέγει διάφορα άτομα. Όσους διάλεξε, τους πήραν για τη Ραψάνη. Μετά μας έβαλαν τον έναν πίσω από τον άλλον και μας έβαλαν να περάσουμε μπροστά από το παλιό καφενείο του Τσίγκα (Οικονόμου). Μέσα ήταν κάποιος συνεργάτης και τον έβαλαν να αναγνωρίσει αντάρτες. Πίσω μου είχα το Μήτσιο τον Καρατόλιο. Έτρεμε από το φόβο ο άνθρωπος γιατί φοβόταν μην τον προδώσει κανείς. Τον λέω: «Τι φοβάσαι; Εγώ θα σε προδώσω βρε βλάκα;».
Φαντάρος πήγα το 1945 λόγω καταστάσεων. Δεν πήγα κανονικά. Απολύθηκα από την Κρήτη στις 3 Μαρτίου του 1947. Δεν με κράτησαν στο στρατό παρ’ όλο που ήταν Εμφύλιος, γιατί με θεωρούσαν κομμουνιστή. Θεός να φυλάξει. Ούτε ήταν κανένας από το σόι μας κι ανάθεμα αν ήξερα τι ήταν ο κομμουνισμός. Τον Ιούνιο του 1947, εγώ και άλλοι πολλοί συμπατριώτες βρεθήκαμε στον Όλυμπο. Οι αντάρτες είχαν ανακοινώσει ότι όποιος βρεθεί στο χωριό, θα δώσει λόγο. Και από φόβο φύγαμε καμιά σαρανταριά άτομα. Εμένα και μερικούς άλλους μας φώναξε ο Γιαννής ο Κούφας (Ιω. Τσιακάλης). Μας είπε να πάμε στα Τζιαφέρια γιατί μας θέλουν οι αντάρτες. Ο δε παππούς ο Μπουρονίκος (Καραβασίλης) μας είπε: «Παιδιά πάμε, γιατί θα μας σκοτώσουν». Πήγαμε εκεί και μετά έστειλαν στο χωριό το Γιάννη τον Καζάνα να φέρει ψωμί για όλους μας. Τους είπα να πάω κι εγώ αλλά δεν με άφησαν. Ο Καζάνας πήγε αλλά εμένα δεν μου έφερε ψωμί. Κατόπιν μας χώρισαν σε ομάδες και κάναμε μία διμοιρία. Διμοιρίτης ήταν ο Τέγος ο Τσιρέβελος και εγώ ομαδάρχης. Κάθε ομάδα είχε από 4 – 5 άτομα και η διμοιρία καμιά τριανταριά. Αφού μας χώρισαν μας είπαν: «Εμπρός, ακολουθείστε τους αντάρτες». Μπροστά από εμάς αλλά και από πίσω ήταν αντάρτες. Εγώ όμως, με κανέναν τρόπο δεν ήθελα να πάω κοντά τους. Ήμουν ορκισμένος να μην πάω. Από κει πιο πάνω από τα Τζιαφέρια είχε περάσει ο Ζησιός ο Τσιάτσιος και πήγαινε πέρα στ’ Αλέξη. Τότε λέω στον παππού σου τον Κώστα το Μαντά.
– Σμιθιρό (συμπέθερε), δεν φεύγεις κι εσύ κοντά στον Τσιάτσιο;» Αυτός μου λέει:
– Εσύ πού θα μείνεις μοναχός σου;
– Άντε, φεύγα βρε χριστιανέ μ’, του λέω, εγώ δεν κάθομαι εδώ, θα φύγω. Αλλά δεν έφυγε.
Κατεβήκαμε στο Μύλο του Μαραγκού κι από εκεί πάνω στο Μπεχτέσι. Εκεί μαζευτήκαμε άνθρωποι από πολλά χωριά. Πουλιάνα, Σκαμνιά, Καρυά και άλλα πολλά. Εκεί γινόταν χαμός. Κόσμος πολύς, γομάρια ν’ αγκαρίζουν, σκυλιά να γαβγίζουν… Δε λες αλίμονο! Μαύρα χάλια, ανίλα μεγάλη. Καμιά φορά ακούω τον Τέγο τον Τσιρέβελο να με φωνάζει. Μου λέει: «Πήρες χαμπάρι τι γίνεται;». Πήρα, του απαντώ. Θα ξεπατωθούμε τώρα. Πού να πάμε, του λέω, πού να πάμε, ποιος θα μας φυλάξει; Τέλος πάντων, με νέα διαταγή πήραμε πέρα το Μέγα Πλάι και γυρίσαμε πίσω προς το λεπτοκαρίτικο που ήταν μια βρύση, στο Τιούγκι. Βρίσκω το Βαγγέλη τον Τσούκα και το Μήτσιο το Λιόβα. Φίλοι ήμασταν. Με ρώτησαν αν έχω ψωμί και τους είπα όχι. Μετά μου είπαν, να σηκωθώ να φύγω. «Φύγε Κώτσιο, θάρρο μ’ και μείν’ κανένας φίλος για να μας θυμάται, δε θα μείν’ κανένας μας», μου είπε ο Βαγγέλης. Ξέρω κι εγώ, βρε Βαγγέλη, του λέω. Πώς να φύγω; Μας έχουν πολύ στριμωγμένους. «Φύγε», μου λέει ξανά. Θα δω τι θα κάνω, του ξαναλέω εγώ. Και από τότε δεν τον ξαναείδα. Τον ξαναείδα όταν γύρισε από την εξορία. Μετά μας πήγαν σε ένα υψωματάκι. Εκεί μιλούσαν οι αντάρτες μεταξύ τους και άλλοι έλεγαν να μας αφήσουν να πάμε στον τόπο μας και άλλοι έλεγαν όχι. Ο Μήτσιος ο Τσούκας μου έλεγε να παρακολουθώ τι συζητάνε γιατί εκείνον δεν τον δεχόταν εκεί. Εγώ πήγα και άκουγα. Γυρίζω και του λέω ότι αυτό κι αυτό συμβαίνει. Συζητάνε τι θα γίνουμε εμείς. Στο μεταξύ, από πίσω μας ερχόταν ο στρατός. Ζαρώσαμε λίγο εκεί αλλά είχαμε διψάσει. Είχαμε την πείνα, είχαμε και τη δίψα! Μας έφεραν παγωμένο χιόνι για να ξεδιψάσουμε. Μετά από μέρες το έφερα στο χωριό το χιόνι.
Καμιά φορά, εκεί που ήμασταν ξαπλωμένοι εγώ, ο Χρίστος ο Μαυροδήμος (Γκουγκουλιάς), ο Χρίστος ο Τσικρικάς, ο Νάσιος ο Μαντάς και άλλοι, δούλευε μέσα μου πώς να φύγω. Λέω στο Χρίστο το Μαυροδήμο πόσο μακριά είμαστε από το Λιτόχωρο για να σηκωθούμε να φύγουμε. Μου απαντάει τότε: «Μη μιλάς γιατί θα σε πάρουν και θα σε σκοτώσουν». Μετά έβγαλαν διαταγή οι αρχηγοί να βγούμε στις κορυφές του Ολύμπου, αυτές που φαίνονται από το χωριό. Ένας Τριανταφύλλου από το Μπαλαμούτι βγάζει το πιστόλι και λέει: «Τραβάτε, γιατί θα σας σκοτώσω όλους». Νύχτα ήταν. Παίρνουμε τη ράχη πάνω και στο δρόμο φτάνω τον Τέγο το Γιργουλή (Αστέριο Μιχαήλ). «Εσύ είσαι Κώτσιο;», μου λέει. Εγώ είμαι του απαντώ. «Ακολούθα τη φάλαγγα γιατί θα φύγει και δεν θα τους βρούμε», με ξαναλέει. Ακολουθώ τη φάλαγγα και αφήνω τον Τέγο πίσω. Προφτάνω τη Χαϊμαδή του Γκαναβούρα από το Δερελί και μου λέει: «Κώτσιο, έχω τέσσερις ελιές. Έλα να σου τις δώσω για σχώριο, γιατί εγώ θα σκοτωθώ». Χαιρετηθήκαμε και εγώ προχώρησα. Μετά από ένα τέταρτο έπεσε σε ένα βράχο και σκοτώθηκε μέσα στο σκοτάδι. Πάει αυτή… Από πίσω ερχόταν ο στρατός. Προχωρώ, προχωρώ και φτάνω τον παππού σου τον Κώστα το μακαρίτη. Απ’ να μην έσωνε αυτή η μέρα Ζήση… Δεν κρίναμε ντιπ ο ένας στον άλλον. Ο στρατός μάς είχε στήσει ενέδρα. Και σαν αρχίζει να βάζει με τα πολυβόλα… χαμός γινόταν. Βρισκόμασταν τώρα στην πιο ψηλή κορυφή που φαίνεται από εδώ το χωριό, λίγο πλάι προς το Λιτόχωρο. Σηκώθηκε ο παππούς σου και φώναξε: «Μη βάζετε παιδιά. Είμαστε πολίτες». Απαντούν από το στρατό: «Αν είστε πολίτες Βούλγαροι, ελάτε από το δεξιό». Τώρα, άμα σε λένε Βούλγαρο, μπορείς να πάς; Τέλος πάντων, εγώ γύρισα λίγο δεξιά. Σκοτάδι ήταν και δεν έβλεπα. Πήγα να φύγω, να το σκάσω και έπεσα από έναν βράχο. Ως να φτάσω στο βράχο, έριξαν τρία φωτιστικά βλήματα για να δουν γιατί ακούγονταν τα άρβυλα που φορούσα. Ήμασταν πολύ κοντά με το στρατό και άλλοι το έσκασαν στο δρόμο όπως ανεβαίναμε. Τέλος πάντων, χούιξα πάν’ κάτ’ στο βράχο και δεν μπορούσα να σταματήσω πουθενά. Λίγο παρακάτω είχε λίγο ίσιωμα και είχε και χιόνι. Κουτουρού πήγαινα. Τα άρβυλα γλιστρούσαν στο χιόνι και τελικά κατέβηκα σε μια γουρνούλα. Σηκώνομαι και βλέπω μπροστά μου το Γιάννη τον Κυρατζούλη από την Κρανιά. Ήταν αντάρτης. Είχε δύο τροβάδια δεμένα δισάκι στον ώμο και είχε μαζί του ένα παιδάκι από τη Σκαμνιά 17 – 18 χρονών, τόσο. Πήγε να φύγει και τον λέω. Πού πας; Και μου λέει: «Άσε με, βρε παιδί μου, άσε με, με γέλασαν και μ’ έφεραν εδώ!». Δε σε γέλασαν, του λέω. Τα θέλησε ο κωλαράκος σου. Τώρα το κεφάλι σου πού θα το βάλεις; τον ξαναλέω. «Να, θα κάτσουμε μαζί, θα μαζέψουμε πέτρες και θα μπούμε μέσα», με ξαναλέει. Άιντε γεια σου του λέω. Αυτός έκατσε εκεί και την άλλη μέρα τον σκότωσαν μαζί με το παιδί. Εγώ, όπως είχα γυρίσει στην πάντα, άκουσα έναν θόρυβο και η ώρα ήταν χαραή. Βρε, τι να είναι αυτό; λέω από μέσα μου. Ήταν ο Στέργιος ο Ρημαγμός του Γεωργίου που είχε πάει σώγαμπρος στον Τζίμα στο Δερελί και ο μακαρίτης ο Νίκος ο Κυλινδρής του Κων/νου. Πήγα και έπιασα ένα πηξάρι και παρακολουθούσα τι θα γίνει. Ξαφνικά, μια φωνή μου λέει: «Έι, ποιος είσαι;». Έτρεμα από το φόβο, δεν μπορούσα για να σηκωθώ. Ήταν ο Γιαννής ο Τσιακάλης (Κούφας): «Μη φοβάσαι, μου λέει». Κι εκείνη τη στιγμή ακούσαμε βογκητά και φωνές: «οχ λελέ, οχ, οχ, μπαμ, μπουμ, ανίλα… Είχαν αρχίσει οι εκτελέσεις από το στρατό και άλλα πολλά.
Φεύγω από εκεί μαζί με τα παιδιά και δεν ξέραμε πού να πάμε. Τελικά κατεβήκαμε εκεί που τελειώνει η χαράδρα. Κάνουμε κάτω απ’ λες και βρίσκουμε μια περιστεριά. Μπαίνω μέσα κατακουρασμένος κι έβλεπα προς τα πάνω. Από εκεί που ήταν ο στρατός, βλέπουμε να κατεβαίνουν και έξι Καρυώτες. Το ίδιο δρομολόγιο κατέβηκα κι εγώ. Ο ένας είχε το κεφάλι του σπασμένο, τα ρούχα του ματωμένα και το αίμα ήταν παγωμένο. Έρχονται εκεί, χαιρετηθήκαμε. Πάνω γινόταν πετσοκωμός. Έκατσαν αυτοί και σηκωθήκαμε εμείς για να φύγουμε. Μας ακολούθησαν και οι Καρυώτες. Έι, τους λέω. Εσείς πού πάτε; Είμαστε εμείς τρεις και έξι εσείς, εννιά. Με μια ριπή θα μας φάνε όλους. Κρυφτείτε, σκορπιστείτε, τους λέω. Σκόρπισαν και δεν τους ξαναείδα. Παίρνω εγώ τα παιδιά παραπέρα και τα λέω να καθίσουν.
Κατά το μοναστήρι του Αγίου Διονυσίου κάποιοι κάθονταν. Είχε έναν όχτο και έναν πολίτη. Αυτός ήταν από την Καρυά και λεγόταν Κουκουμήτρος. Θα πάω να δω ποιοι είναι αυτοί, είπα. Πήγα και είδα. Ο ένας ήταν αντάρτης. Κανένα αούτο θα ήταν. Είχε άσπρες κάλτσες μάλλινες και το όπλο δεμένο στην πάντα και συζητούσαν με τον Κουκουμήτρο. Πήγα ίσια παναθέ, δεν πήραν χαμπάρι. Έκανα να τον πάρω το όπλο αλλά σταμάτησα λίγο και του ζήτησα τσιγάρο. Μου έδωσε αυτός. Κόβω πέρα και φεύγω. Γύρισα πίσω και πήρα τα παιδιά. Το Ρημαγμό και τον Κυλινδρή. Γύρω στα 20 χρόνια και οι δύο. Πολύ καλά παιδιά όμως. Τα παίρνω και κόφτο σιακάτ’. Εκεί που κατεβήκαμε, βρήκαμε τρεις κάδες με γάλα. Βουτυνέλο ήταν. Πάνω από τον Άγιο Διονύσιο. Εκεί είχε τα γίδια ο Μήτσιος ο Μέγας από το Λιτόχωρο. Πήγαινε το γάλα εκεί και έβγαζε βούτυρο. Εμείς, με το σκόρπισμα που κάναμε από εκεί πάνω, μαζευτήκαμε κάμποσοι σ’ αυτό το μέρος. Ο μακαρίτης ο Σκρούμπας (Δημήτριος Παπαδόντας), ο αδερφός του ο Γιώργος ο Πατσάκης (Παπαδόντας), ο Γκέτσιος ο Στέργιος, η Παρασκευή Μιχαντά, ο Γιάννης ο Γκουρμπαλής (Μπαρμπαλιός), τα κορίτσια της Κακάλαινας (Φωτεινή Μασούρα), η Γραμματή και η Μαριγούλα, αν θυμάμαι καλά και άλλοι. Τέλος πάντων, σε λίγο βγήκαν εκεί στο γάλα έξι στρατιώτες με δυο μουλάρια. Εμείς κρυφτήκαμε. Βρήκαν το γάλα αλλά δεν το πείραξαν καθόλου ούτε το έχυσαν. Αφού δεν το πείραξαν και νύχτωσε πάλι, οι δικοί μας πείνασαν. Ο Αντώνης ο Πλεύρας και ο Γιώργος (Καστόρης Αντώνης και Γιώργος), ήθελαν γάλα και μου είπαν να πάω για να πάρω. Βρε, τους λέω, οι στρατιώτες βρήκαν το γάλα και δεν το πείραξαν, τι έριξαν μέσα; Ήταν εκεί στο γάλα και ο Αλέξης ο Κοντίλας (Γκαγκανάσιος) και ο Κώτσιος ο Καραφωτιάς (Καρατόλιος).
Καμιά φορά, χάλια, χάλια αδιόρθωτα…, την άλλη μέρα βγήκε ο στρατός και είδε να λείπει το γάλα. Τότε παρουσιάζεται δυο χωριανοί μας και καταδίνουν ότι εδώ μέσα είναι κρυμμένοι 80 αντάρτες. Και μας πλακώνει το πυροβολικό από το Λιτόχωρο, μπάμπα μπούμπα… Εμείς ήμασταν κρυμμένοι στην Αρκούδα μέσα στις ρεματιές, τα βράχια και τα λακκώματα. Τώρα; Τώρα εγώ πήγα και βρήκα μια περιστερούλα και ζάρωσα εκεί. Έκοψα κάτι μέλια (κλαδιά από μέλιο), τα έμπηξα μπροστά και καλύφτηκα. Οι άλλοι; Άλλοι σιαδώ, κι άλλοι σιακεί. Και τους είχα πει. Προσέξτε πού πατάτε. Μην περπατάτε στα μονοπάτια και φαίνονται τα πατήματα. Πατάτε από πέτρα σε πέτρα Θα βγουν και θα μας σφάξουν όλους εδώ μέσα. Κι όπως βγήκαν. Πρέπει να σκοτώθηκαν μερικοί εκεί πέρα.
Καμιά φορά που λες, βαδίσαμε ακόμα λίγο κι εγώ πήγα κι έπιασα μια μεγάλη τροχάλα και μέσα ήταν σαν σχισμένη. Θα ήταν 17 Ιουνίου του 47. Πήγα και έπιασα καραούλι στην τροχάλα. Οι άλλοι χώθηκαν μέσα σε κάτι αρκουδοπόρναρα για να καλυφτούν. Ήταν πρωί και αφού σταμάτησε το πυροβολικό να χτυπάει, τους είπα να σηκωθούν για να φύγουμε. Ο στρατός πάει για συσσίτιο τώρα. Ήταν απέναντι από τον Άγιο Διονύσιο. Δεν έχουν τώρα σε κάθε τρόχαλο και παρατηρητή. Εντάξει, τους λέω; Εντάξει είπαν. Αλλά αυτοί το σκάτωσαν. Εμένα με παράτησαν μόνο και αυτοί πήγαν και παρουσιάστηκαν στο στρατό. Τότε μερικοί «έφαγαν τα κεφάλια» τους. Τους λέω προτού παραδοθούν. Να κατεβαίνετε προς τα κάτω και ανάλογα με το μέρος, θα κάνετε και το βάδισμα. Άμα τα πεύκα είναι πυκνά, να μαζεύεστε και άμα είναι αραιά, να αραιώνετε. Να μην τραβήξουν ριπή και φάνε 15. Να πάει ένας, το πολύ δύο. Εγώ τους λέω, κατεβαίνω από το τ’σκάρ’ κάτω, είχα κανούτα κάπα και δεν φαινόμουν. Εντάξει; Εντάξει λένε. Τους αφήνω απού λες εκεί και αυτοί σηκώνονται, δένουν μαντίλια στα ξύλα και πάνε και παρουσιάζονται στο στρατό πάνω από το μοναστήρι. Σαν τους βάζουν στα χέρια… φάλαγγα. Σκότωσαν το Νίκο τον Κυλινδρή. Τον εκτέλεσαν γιατί ήθελε να πει στο λοχαγό ότι δεν φταίει και να ρωτήσουν γι’ αυτό κάποιον σύντροφό του. Ο λοχαγός μόλις άκουσε τη λέξη «σύντροφος», αγρίεψε και το εκτέλεσε το παιδί. Εκεί πήγαν να σκοτώσουν και το Χρίστο τον Τσολάκη. Τότε πετιέται στη μέση ο Χρίστος ο Γκαμπούρας που ήταν με το στρατό και λέει στο Λοχαγό: «Ο πατέρας του έχει ακόμη τον κασμά στον τάφο για να πάει να δουλεύει για να τον μεγαλώσει. Δεν θα το πειράξτε το παιδί» και γλίτωσε ο Χρίστος.
Αφού εμένα με άφησαν, οι άλλοι τράβηξαν για τη σπηλιά όπου αγίασε ο Άγιος Διονύσιος. Από εκεί έκανα κάτω ρεματιά ρεματιά. Αυτούς που παρουσιάστηκαν στο στρατό, τους κατέβασαν φάλαγγα απέναντι από το σταυρό που ήταν το εικονοστάσι. Τους συγκέντρωσαν εκεί και τραβάει ο στρατός μια ριπή από πέρα και παίρνει το Γιώργο το Μανίκα στη μέση. Πάει αυτός… Μια σφαίρα το Νίκο το Γκέτσιο τον πήρε λίγο στο φρύδι ξοψ. Από εκεί τους κατεβάζουν στο Λιτόχωρο. Εγώ, μετά το αγίασμα πήρα τη ρεματιά και κατέβηκα σε έναν μύλο στο Λιτόχωρο. Πίνω νερό, πλένομαι, χτενίζομαι και πήγαινα για το Λιτόχωρο ενώ έπαιρνε να νυχτώνει για τα καλά. Στο δρόμο βρήκα ένα χωροφύλακα. «Ποιος είναι;» μου λέει. Άνθρωπος είπα. Εσύ; «Κι εγώ άνθρωπος, έλα εδώ» μου λέει. Πάω κοντά του, με ρωτάει: «Ποιος είσαι; Τι ζητάς εδώ;». Του λέω, έχει στρατό εδώ; Με πήραν οι αντάρτες κι έφυγα. «Έλα» μου λέει, «να πάμε μαζί μέσα στο Λιτόχωρο». Πάμε στην αστυνομία. Εκεί ήταν μη και χειρότερα… Μερικοί από την Καρύτσα με έψαχναν μήπως και βρουν τίποτα. Εκείνη την ώρα περνούσε από εκεί ένα παιδί από τη Σκοτίνα. Με φωνάζει: «Ω Κώτσιο». Του λέω. Τι ζητάς εδώ; Ποιοι είναι εδώ από τη Σκοτίνα; Είναι ο τάδες, ο τάδες, ο τάδες μου απαντάει. Τράβα και πες ότι ο Κώτσιος είναι στην αστυνομία. Πήγε, τους είπε. Κινήθηκαν οι Σκοτνιώτες τροχάδην. Έρχεται ένας λοχαγός, Παπακωνσταντίνου λεγόταν, και μου λέει: «Από πού είσαι; Πώς λέγεσαι;». Τάδες του λέω. «Εμένα με ξέρεις;» με ξαναλέει. Όχι του απαντώ. «Εγώ έκατσα στο σπίτι του προέδρου σας του Γιάννη του Σιώκου. Έκανα παρέα με τον πατέρα σου. Ήμουν στρατιώτης. Έλα εδώ» μου λέει. Με παίρνει από εκεί και με πάει σε ένα υπόγειο. «Έλα να σου δείξω μια χωριανή σου» μου λέει. Εκεί ήταν η … Τη ρωτάει αυτός: «Τον γνωρίζεις αυτόν;» και έδειξε εμένα. «Όχι», λέει αυτή. Τέλος πάντων, ας μην πούμε άλλα, δεν πρέπει. Από εκεί με πήγε στα μαγειρεία για να φάω και μετά στον ταξίαρχο. Αυτός με ανέκρινε για να πάρει πληροφορίες για τους αντάρτες. Παπαδόπουλος λεγόταν. «Από πού ήταν οι αντάρτες, από τους Γόννους ή από τη Ραψάνη;». Του λέω, δεν ξέρω τίποτε γιατί δεν με είχαν εμπιστευτικό όργανο. Με παίρνει το απολυτήριο του στρατού, το διαβάζει και με λέει «πάρ’ το, βάλ’ το μέσα». Μου λέει μετά: «Γνωρίζεις κανέναν εδώ στο Λιτόχωρο;». Τι να τον κάνω κι αν γνωρίζω; του απαντάω. «Να πας να μείνεις εκεί», μου ξαναλέει. Δεν φεύγω από δω το στρατό, του λέω κι εγώ. Λέει σε κάποιον τότε. «Πάρ’ τον και πήγαινέ τον στο λόχο διοικήσεως». Εκεί έρχεται ένας στρατιώτης, Τούζος Κων/νος λεγόταν. Αυτός γνώριζε το Χρίστο το Μαυροδήμο γιατί ήταν στο χωριό μας και καθόταν στο σπίτι του. Μου λέει: «Τι κάνει ο Χρίστος ο Γκουγκουλιάς;». Δεν ξέρω, του λέω, αν ζάει ή δε ζάει. «Αχ, το βλάκα!», λέει αυτός. «Αχ, το βλάκα!». Εκεί έκατσα 5 – 6 μέρες. Από εκεί πήγα στη Σκοτίνα και από εκεί στο χωριό.
Ο παππούς σου ο Κώστας ο Ντάπος πιάστηκε πάνω στον Όλυμπο, στην ενέδρα. Μου το είπε ο Γιώργος ο Καστόρης (Δαυλιάης), που ήταν και αυτός εκεί πάνω και ανταμωθήκαμε μετά στο Λιτόχωρο. Του λέω. Πού είναι ο πατριώτης; Τον παππούς σου τον λέγαμε πατριώτη. «Άσ’ τα, μου λέει». Τι βρε; «Τον σκότωσαν», με απαντάει. Ο Καραμαλιός (Απόστ. Καραμπατής), γλίτωσε το Νίκο τον Κοκότη. Το Χρίστο το Μαυροδήμο τον γλίτωσε ο Μήτσιος του Σπύρου του Παπαγιαννούλη. Εκεί πάνω σκότωσαν μόνο τον παππού σου.
Εγώ παντρεύτηκα το 1952 με την Αγγιλκώ Θεοδοσίου. Την προξενιά την έκανε η μάνα μου που ήταν και μαμή. Από τη ζωή μου είμαι ευχαριστημένος. Εύχομαι να είναι όλα τα ανδρόγυνα αγαπημένα όπως εμείς. Και όλα τα αδέρφια αγαπημένα. Μόνο ένα πράγμα δεν ξεχνώ στη ζωή μου. Που μου έστειλαν οι αντάρτες από το Λιβαδάκι στο Μαυρέλι των Τρικάλων. Με φόρτωσαν αλεξίπτωτα και τα πήγα εκεί επί Γερμανικής Κατοχής. Και περάσαμε από τα Ραντοσίβια της Ελασσόνας μέσα από τη γερμανική φάλαγγα. Μαζί με μένα ήταν και ο Γιάννης ο Παπαϊωάννου (Παπατόλιος) και ο Κώτσιος ο Ντούρος. Πήγαμε στο Μαυρέλι, παραδώσαμε τα αλεξίπτωτα και από εκεί ήρθαμε στο χωριό. Εγώ στο δρόμο είχα αντιδράσει στους αντάρτες και μας είχαν για κρεμάλα. Το Γιάννη τον Παπατόλιο τον πήραν όμηρο στο Λιβαδάκι κι εγώ πήγα στη Σκοτίνα. Όταν γύρισα στο χωριό πήγα για να κόψω χορτάρι και μόλις με είδαν στο σπίτι, μου λένε: «Έλα, η κοσά σε περιμένει…».
Νερό!
Υπερχείλιση είχε το υδραγωγείο μας φέτος, μετά την αντικατάσταση του δικτύου ύδρευσης, ακόμα και χωρίς να «δουλεύει» η πούμωνα στη «Νταμίλη»! Αυτό σημαίνει πως τα προβλήματα των προηγούμενων χρόνων δεν ήταν από την κατανάλωση ή υπερκατανάλωση κάποιων από μας αλλά από τις τεράστιες απώλειες του παλαιού δικτύου! Επάρκεια νερού λοιπόν στο χωριό μας αλλά… ζεστού! Ζεστού το καλοκαίρι και κρύου το χειμώνα. Η δεξαμενή δεν είναι (ακόμα!) σκεπασμένη (βαμμένη με πράσινο χρώμα αντί για λευκό) και το βάθος του νέου δικτύου δεν είναι δυστυχώς το προβλεπόμενο (80 εκατοστά). Η νέα δεξαμενή, που δεν «μπήκε» ακόμα σε λειτουργία έχει ήδη σκεπαστεί. Ευχόμαστε να χρησιμοποιηθεί το γρηγορότερο. Επάρκεια νερού μα… όχι για όλους! Κάποιες ατέλειες του δικτύου (κακοί υπολογισμοί και συνδέσεις) ακόμα και κατά την υπερχείλιση από τη δεξαμενή αρκετά σπίτια δεν έχουν νερό! Το πρόβλημα έχει εντοπισθεί και θα αποκατασταθεί σύντομα, όπως μας είπε ο Πρόεδρος του Τοπικού Συμβουλίου, Χρήστος Οικονόμου.
Διάφορα
ΜΗΝΥΜΑ ΑΙΣΙΟΔΟΞΙΑΣ ΑΠΟ ΤΑ ΝΙΑΤΑ
Φέτος το καλοκαίρι η Καλλιπεύκη γέμισε από νιάτα. Έδωσαν βροντερό παρών τόσο στο αντάμωμα, όσο και κατά την διάρκεια του καλοκαιριού. Αυτό μας έκανε μεγάλη εντύπωση και μας ευχαρίστησε, Μας έδωσε πολλά μηνύματα αισιοδοξίας για το μέλλον, Ιδιαίτερα εντυπωσιαστήκαμε από την παρουσία των μικρών παιδιών που πέρασαν όλο το καλοκαίρι στο χωριό μαζί με τους γονείς τους ή τους παππούδες τους. Κάθε μέρα , κάθε βράδυ ή πλατεία γέμιζε από τις φωνές του; Και τα γέλια τους. Μάλιστα πολλά από αυτά έφυγαν γιατί άνοιξαν τα σχολεία.
Για τα μικρά παιδιά καμαρώνουμε και αισιοδοξούμε. Για τα μεγαλύτερα, εφήβους και ηλικομένους, δεν θα θέλαμε μόνο την παρουσία τους στο χωριό, θα επιθυμούσαμε και την ενεργό τους; Δράση . Αυτό θα περιμένουμε να μας το αποδείξουν κάποιοι από αυτούς τους νέους πρέπει να αναλάβουν τις τύχες του χωριού μας και του συλλόγου μας.
Δωρεές
Στη μνήμη των παππούδων μου Θεοδοσίου Νικολάου και Χρυσάνθης και των Ιωάννη Παπαϊωάννου και Γραμματής (που απεβίωσε στις 4/8/2010) προσφέρω στο Σύλλογό μας το ποσό των πενήντα (50) Ευρώ.
Νίκος Θεοδοσίου
Στη μνήμη του πατέρα μου και του αδερφού μου Αναστασίου προσφέρω στο Σύλλογο το ποσό των πενήντα (50) Ευρώ.
Γιώργος Τσιρέβελος
ΕΥΧΑΡΙΣΤΗΡΙΟ
– Ευχαριστούμε τα μικρά και τα μεγαλύτερα παιδιά του χορευτικού συγκροτήματος για τη συμμετοχή τους στο καλοκαιρινό Αντάμωμα των Καλλιπευκιωτών, που παρουσίασαν δημοτικούς χορούς.
– Ευχαριστούμε ακόμα, τους γονείς τους για την εμπιστοσύνη που μας δείχνουν.
– Ευχαριστούμε τον χοροδιδάσκαλο Σωτήρη Καραβασίλη και τη Χριστίνα Μούργκα, η οποία το βράδυ του ανταμώματος είχε την ευθύνη της παρουσίασης των χορευτικών συγκροτημάτων.
Ευχαριστίες
– Το Διοικητικό Συμβούλιο του Μορφωτικού Εκπολιτιστικού Συλλόγου Απανταχού Καλλιπευκιωτών «Η ΠΑΤΩΜΕΝΗ» ευχαριστεί το Δήμο Γόννων, ο οποίος ενίσχυσε με το ποσό των χιλίων (1000) Ευρώ το Σύλλογό μας για τις πολιτιστικές του δραστηριότητες.
– Επίσης ευχαριστεί τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Λάρισας, η οποία ενίσχυσε τις δραστηριότητες του Συλλόγου με το ποσό των εξακοσίων (600) Ευρώ.
Ευχαριστώ θερμά τον Πολιτιστικό Σύλλογο Απανταχού Καλλιπευκιωτών, Το Σύλλογο Γόννων καθώς και το Σύλλογο Πλαταμώνα για την προσφορά αίματος προς τον πατέρα μου Γουλάρα Απόστολο. Η ανταπόκριση των αναφερομένων Συλλόγων υπήρξε άμεση και καθοριστική!
Γουλάρας Διονύσιος
Πλαταμώνας
ΠΕΤΥΧΑΝ ΣΕ Α.Ε.Ι. – Τ.Ε.Ι.
ΜΑΝΤΑ Βάία, Φιλολογίας Θεσ/νίκης.
ΜΟΥΡΙΚΑ Χριστίνα, Τεχνολογίας Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών Τ.Ε.Ι. Καλαμάτας.
ΚΑΡΑΤΟΛΙΟΥ Δήμητρα, Παιδαγωγικό Νηπιαγωγών Δυτικής Μακεδονίας, Φλώρινα.
ΠΑΠΑΣΤΕΡΠΟΥ Μαρία, Ελληνικής Φιλολογίας Θράκης, Κομοτηνή.
Ζητούμε συγνώμη επειδή δεν γνωρίζουμε όλα τα παιδιά που περάσανε στις σχολές, παρακαλούμε να μας ενημερώσετε για να τα δημοσιεύσουμε στην επόμενη έκδοση.
Στου φεγγαριού τον κύκλο με παραμύθια και μουσική
Στις 24 Αυγούστου που το φεγγάρι φώτισε την Κοιλάδα των Τεμπών. Η «ΔΡΥΑΣ», Σωματείο για το Περιβάλλον και τον Πολιτισμό του Κάτω Ολύμπου, Αν. Κισσάβου, Πηνειού και Τεμπών, σε συνεργασία με τον Πανελλήνιο Όμιλο Φίλων Αφήγησης (ΠΟΦΑ) και το Εργαστήριο Λόγου και Πολιτισμού του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, διοργάνωσαν μια στις 9 το βράδυ, στο μικρό θέατρο του Κέντρου Πολιτισμού και Περιβάλλοντος στην κοιλάδα των Τεμπών, όπου η παραμυθού Ανθή Θάνου, ξετύλιξε το κουβάρι των παραμυθιών με τη συνοδεία του μουσικού Παναγιώτη Κούλελη. Η όμορφη βραδιά έκλεισε με παραδοσιακά τραγούδια από περιοχές της Ελλάδας. Το παρών στην εκδήλωση έδωσε και ο Σύλλογός μας δια του Προέδρου Θωμά Τσιαπλέ και του μέλλους Παναγιώτη Παπαϊωάννου.
Περίπατος, τι μας ωφελεί, τι πρέπει να προσέχουμε
Άργος 31/08/10, Για την Εφημερίδα της Καλλιπεύκης «Η ΠΑΤΩΜΕΝΗ».
Περίπατος, τι μας ωφελεί, τι πρέπει να προσέχουμε
Με μεγάλη μου χαρά και ικανοποίηση παρατήρησα, ότι τελευταία, και στο Χωριό μας, πολλοί χωριανοί μας-άνδρες και γυναίκες-καθώς και επισκέπτες, σηκώνονται πρωί-πρωί και κάνουν τον πρωινό τους περίπατο προς την κατεύθυνση του Πλαταμώνα, της Αγ. Τριάδας ή και αλλού, σε αποστάσεις τριών περίπου χιλμ. από το Χωριό μας και επιστρέφουν. Αυτό ισοδυναμεί με περπάτημα κανονικό, διάρκειας σχεδόν μιας ώρας.
Αυτός ο περίπατος, για τον οποιοδήποτε επισκέπτη και με οποιαδήποτε ιδιότητα βρίσκεται στο Χωριό μας, είναι ό,τι καλλίτερο για τον ίδιο και την Υγεία του τη σωματική, την ψυχική και την πνευματική. Γιατί, όλοι μας γνωρίζουμε ότι «Νους υγιής εν σώματι υγιή» …!!
Πάντως ομολογώ πως, ως Γυμναστής, και γενικότερα, ως Εκπαιδευτικός που είμαι – έστω και ως Συνταξιούχος πλεον -, με εξέπληξε πολύ θετικά η διαπίστωση, εκ μέρους μου, της τάσης των συγχωριανών μας ν’ ασχολούνται, όλο και περισσότερο, με την ατομική και ομαδική άσκηση. Μακάρι να συνεχίσουν έτσι και να την κάνουν τρόπο ζωής…! Αυτό είναι ό,τι καλλίτερο για τους ίδιους και την οικογένειά τους και μακάρι να προσπαθήσουν να πείσουν και άλλους του οικογενειακού τους περιβάλλοντος, ακόμη και τους φίλους τους, να κάνουν το ίδιο…!Μακάρι να μπορέσουν να πείσουν και κάποιους συγχωριανούς μας, που δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά να πηγαίνουν δύο και τρεις φορές τη μέρα στο καφενείο να κάθονται με τις ώρες στην ίδια καρέκλα και ν’ ασχολούνται με την πολιτική, να συζητούν, πολλές φορές, περί Ανέμων και Υδάτων και ν’ απολαμβάνουν τον καφέ τους και τα διάφορα ποτά, κύρια όμως τα τσίπουρά τους…!!!
Θα επιθυμούσα όμως, με την ευκαιρία αυτής της αναφοράς μου στο θέμα της σωματικής άσκησης με περίπατο, διαφόρου χρονικής διάρκειας, δηλαδή 15΄-30΄- 45΄ ή μιας ολόκληρης ώρας και περισσότερο, να δώσω κάποιες χρήσιμες συμβουλές σ’ όσους ασχολούνται ήδη με το περπάτημα ή σκέπτονται ν’ ασχοληθούν μελλοντικά…!
Τις συμβουλές αυτές τις δίνω ως Γυμναστής, συνταξιούχος πλέον, με την ιδιότητα του ενεργού Μαραθωνοδρόμου και πολυετή πείρα στο περπάτημα και το “Jocking”.Aναφέρομαι βεβαίως σε άτομα, άνδρες και γυναίκες, άνω των 50 ετών…!
Πριν ξεκινήσουν τον καθημερινό τους περίπατο, οφείλουν να συμβουλευτούν το Γιατρό τους σε κάθε περίπτωση, είτε έχουν πρόβλημα είτε δεν έχουν, κύρια με την καρδιά τους…! Παράλληλα , οφείλουν να πάρουν και τις συμβουλές ενός έμπειρου Δρομέα – Αθλητή.
Να προτιμούν να τρέχουν, Χειμώνα – Καλοκαίρι, πρωί- πρωί, πριν πάνε στη δουλειά τους ή πριν πάνε στο Καφενείο για τον καφέ τους οι Συνταξιούχοι.
Να ξεκινάνε χαλαρά, με μερικές ασκήσεις επί τόπου, για να ξυπνήσουν και με ενδιάμεσες ασκήσεις αναπνοής.
Χαλαρό περπάτημα στην αρχή και σιγά-σιγά ανοίγουμε τα βήματά μας και αυξάνουμε το ρυθμό μας ελαφρώς και στη συνέχεια τον κρατάμε σταθερό μέχρι τη λήξη της διαδρομής…! Αν τυχόν κουραστούμε, έστω και ελάχιστα, κάνουμε στάση σύντομη, χαλαρώνουμε με αναπνοές (Εισπνοές – Εκπνοές), σκύψιμο εμπρός και κάτω του κορμού για να πάει το Αίμα στο κεφάλι
Μια και ο λόγος για αναπνοή φροντίζουμε, κατά την εισπνοή να φουσκώνουμε την κοιλιά μας, ώστε να κατεβαίνει το διάφραγμα, που χωρίζει τη χώρα της κοιλιάς από αυτή του θώρακα με την καρδιά και τους πνεύμονες, για να γεμίζει έτσι τους πνεύμονες με αέρα φρέσκο μαζί και οξυγόνο. Κατά την εκπνοή βγάζουμε και διώχνουμε το διοξείδιο του άνθρακα με πίεση της κοιλιάς προς τα μέσα και ταυτόχρονη κίνηση του διαφράγματος προς τα πάνω.
Κάνουμε μια στάση στο τέλος της διαδρομής, πριν αρχίσει η επιστροφή και εφαρμόζουμε μερικές ασκήσεις ευκαμψίας, ευλυγισίας καθώς και διατατικές για όλο το σώμα μας, λίγες ασκήσεις αναπνοής και συνεχίζουμε τον περίπατό μας.
Στις κατηφόρες κρατάμε το σώμα μας προς τα πίσω με όρθιο το κεφάλι και τα χέρια στα πλάγια, ανοιχτά και έτοιμα να ισορροπήσουν το σώμα μας και να στηριχτούν στο έδαφος στην περίπτωση που γλιστρήσουμε, πατώντας σε χαλίκι ή σε βροχερό έδαφος και πάμε να πέσουμε καταγής.
Στις ανηφόρες κάνουμε μικρά βήματα κουνάμε ελεύθερα και χαλαρά τα χέρια μας, ταλαντεύοντάς τα αρκετά, μπρος και πίσω και ρίχνουμε το σώμα μας ελαφρά μπροστά.
Αποφεύγουμε να συζητούμε καθοδόν ιδιαίτερα όταν αισθανόμαστε, έστω και ελαφρώς κουρασμένοι, γιατί αυτό επιτείνει (προσθέτει) και άλλη κούραση και δυσκολεύει την αναπνοή μας.
Φροντίζουμε, καθώς αυξάνουμε το ρυθμό μας στο βάδισμα, να δίνουμε ρυθμό και στην αναπνοή μας.
Αποφεύγουμε να τρέχουμε συνέχεια στην άσφαλτο ή σε σκληρό δάπεδο, ακολουθώντας, δεξιά ή αριστερά του δρόμου, το χωματόδρομο ή το χορτόδρομο, αρκεί να είναι ομαλός και όχι πετρώδης ή με γούβες, προς αποφυγή διαστρέμματος (στραμπούλιγμα). Έτσι αποφεύγουμε το ενδεχόμενο να πάθουν τα πόδια μας στην κνήμη (καλάμι) τη λεγόμενη φλεγμονή (αίσθημα πόνου στο κόκαλο).
Γι’ αυτό φροντίζουμε ν’ αγοράζουμε και να φοράμε κατάλληλα και ειδικά παπούτσια περιπάτου ή και ορειβασίας. Αυτά είναι σαν μποτάκια, που καλύπτουν τους αστραγάλους μας και σφίγγουν ελαφρά με τα κορδόνια το πόδι μας, δένοντάς τα γύρω γύρω καλά. Τα παπούτσια αυτά πρέπει απαραίτητα να έχουν γερή και ανθεκτική σόλα, με ελαφρώς υψωμένο τακούνι, με τρύπες και κενά επάνω στη σόλα, ώστε να κολλάει καλά στο έδαφος ή σε ανηφόρες με μεγάλη κλίση και απότομες…! Στο τρέξιμο χρησιμοποιούμε ειδικά παπούτσια με αεροσόλα…! Αξίζει επομένως να δίνουμε κάτι παραπάνω σε λεφτά για τα παπούτσια μας, ώστε να μπορούμε να βαδίζουμε με μεγαλύτερη άνεση και ασφάλεια, αλλά και να τα διατηρούμε για τουλάχιστον τρία με τέσσερα χρόνια…!
Φροντίζουμε επίσης τα παπούτσια μας αυτά να είναι δερμάτινα και αντοχής καλής, κατά το δυνατόν αδιάβροχα και το σπουδαιότερο, ένα τουλάχιστο Νο μεγαλύτερα, για να μη στριμώχνεται το πόδι, χτυπάνε τα νύχια μας μπροστά και ματώνουν, πολλές φορές με αποτέλεσμα να ταλαιπωρούμαστε, να υποφέρουμε στα πόδια και αντί να είναι ο περίπατος διασκέδαση να καταντά μαρτύριο με ενοχλήσεις, πόνους και αφαίρεση νυχιών μας ακόμη…! Αν δεν αισθάνεσαι άνετα και ευρύχωρα τα πόδια σου στα παπούτσια και ασφαλή, μην ξεκινάς για περίπατο..!
Επίσης φοράμε χειμώνα καλοκαίρι μάλλινες ή βαμβακερές κάλτσες, γι’ απορρόφηση του ιδρώτα και καλλίτερη αναπνοή του δέρματος των ποδιών μας. Δε φοράμε ποτέ κάλτσες συνθετικές (πολυέστερ) ή ψιλές και πάνινες!
Η φόρμα μας – το παντελόνι- να είναι φαρδιά, άνετη, υφασμάτινη, ώστε να μπορεί ν’ αναπνέει το δέρμα του ποδιού και να μην ιδρώνει πολύ. Στο κάτω μέρος του παντελονιού να μην είναι φαρδύ το ρεβέρ, αλλά στενό, για να μην μπερδεύεστε στα πόδια ή σε άλλα αντικείμενα. Γι’ αυτό προτείνω να προτιμάμε να φοράμε κάλτσες μέχρι το γόνατο και παντελόνι βερμούδα μέχρι να καλύπτει καλά το γόνατο (ορεινά Παντελόνια) για ελεύθερο και άνετο περπάτημα και σκαρφάλωμα στα βουνά και στις πλαγιές…
Καλό είναι να φέρουμε μαζί μας και ένα σακίδιο στην πλάτη μας με τ’ απαραίτητα της εκδρομής, διάρκειας μιας ώρας και πλέον. Δηλαδή, ένα μικρό φαρμακείο, ένα μπουκάλι νερό ή χυμό (αναψυκτικό), ένα κουλουράκι, μια σοκολάτα ή καραμέλες για περιπτώσεις ατονίας, ζαλάδας και αίσθημα πείνας…
Να έχουμε παρέα -τουλάχιστον δύο μαζί- ποτέ μόνοι μας…!!!
Να φέρουμε μαζί μας το κινητό, για κάθε ενδεχόμενο περίπτωσης δυσφορίας και ατυχήματος κ. λ. π.
Τέλος ,το πιο σημαντικό, καθοδόν να παρακολουθούμε τους σφυγμούς της καρδιάς μας. Ιδιαίτερα όταν αισθανόμαστε την καρδιά μας να χτυπάει ασυνήθιστα δυνατά και συχνά, να σταματάμε και να πιάνουμε τους σφυγμούς στην καρωτίδα (δεξιά, κάτω από το πηγούνι) και να μετράμε για 10΄΄ τους παλμούς. Αν υποτεθεί π.χ. ότι οι χτύποι είναι 20 το πολλαπλασιάζουμε το 6 –διότι 6*10=60΄΄- και έχουμε 6*20=120, που σημαίνει ότι έχουμε κανονικό σφυγμό σ’ ένα λεπτό…! Ο αριθμός αυτός των χτύπων ανά λεπτό δεν πρέπει να ξεπερνά τους 130-135 για του έχοντες ηλικία άνω των 50 ετών…Αν, παρ’ ελπίδα, οι σφυγμοί ξεπερνούν το παραπάνω όριο, πρέπει να σταματήσουμε αμέσως, να ξεκουραστούμε και στη συνέχεια να πάμε πολύ αργά, μέχρι να επιστρέψουμε σπίτι μας και την επομένη να επισκεφθούμε το γιατρό μας για τα περαιτέρω…
Ελπίζω, με τα παραπάνω να ενημερωθούν σ’ ένα ικανοποιητικό βαθμό, όσοι τουλάχιστον ενδιαφέρονται για την υγεία τους και ασχολούνται με τον περίπατο, τις εκδρομές ή ακόμη και τις αναβάσεις στα βουνά.
Ευχαριστώ την εφημερίδα για τη φιλοξενία και τη δημοσίευση του παρόντος άρθρου μου…
Κώστας Καλούσης τ. Αθανασίου και τ. Αικατερίνης
Εκπαιδ/κός Συνταξιούχος (Καθ/της – Γυμναστής, τέως Γυμν/ρχης)